Header Ads

Κοιτάζοντας τους τάφους του Χριστού και του Καζαντζάκη (Φ. 1838)

 


Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

 

Η αναστάσιμη περίοδος, που διανύουμε μάς εμπνέει να ρίξουμε το βλέμμα σε δύο τάφους, οι οποίοι στέλνουν διαφορετικά μηνύματα σε όσους τους κοιτάζουν. Ο ένας Τάφος είναι κενός και ανήκει στον Εσταυρωμένο. Μάς μιλάει με την απλή θωριά του και μας παραπέμπει σε Εκείνον, που αναστήθηκε εκ νεκρών. Ο άλλος τάφος είναι συμβατικός. Συνηθισμένος σαν όλους τους άλλους τάφους των ανθρώπων. Ο τάφος αυτός ανήκει σε ένα μεγάλο κοινό θνητό, τον ξεχωριστό λογοτέχνη Νίκο Καζαντζάκη. Είναι ο τάφος που μάς μιλάει με την επιγραφή, η οποία είναι χαραγμένη επάνω στην επιτύμβια πλάκα του ενοίκου αυτού και συνοψίζει την κοσμοθεωρία που διατυπώνει ο μεγάλος Κρητικός στοχαστής στην «Ασκητική» του: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι λεύτερος». Θα έλθουμε εγγύτερα στο μήνυμα που στέλνει ο τάφος του Καζαντζάκη, αφού όμως πρώτα μιλήσουμε για το μήνυμα που εκπέμπει το κενόν Μνημείον του Εσταυρωμένου.

Κατ’ αρχάς πρέπει να πούμε εδώ, τί δεν είναι ο άδειος Τάφος του Χριστού, για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε έτσι καλύτερα το μήνυμα που μας στέλνει. Το κενόν λοιπόν Μημείον του Ναζωραίου δεν είναι μια φενάκη που την εδημιούργησαν οι Μαθητές Του, για να μπορέσουν έτσι με τα υλικά αυτής της φενάκης να φτιάξουν τον μύθο ενός Αναστημένου Θεού. Και τούτο, διότι ο Χριστός δεν ήταν ένας αγύρτης ξυλοκόπος από την Γαλιλαία, που αυτοπροβάλλετο ψευδώς ως Υιός του Θεού. Ήταν αληθώς Υιός του Θεού, που ήλθε εδώ στην γη σταλμένος από τον Θεό-Πατέρα Του, για να φορέσει το δικό μας χοϊκό «ένδυμα» και ως Θεάνθρωπος πια να μάς οδηγήσει δια του Εκουσίου Πάθους Του στην σωτηρία. Την ιδιότητά Του αυτή την επιμαρτυρεί η θαυματουργός δράση Του με προεξάρχουσες μέσα σε αυτήν τις τρεις αναστάσεις νεκρών που πραγματοποίησε: Την ανάσταση του υιού της χήρας του Ναΐν, την ανάσταση της κόρης του αρχισυναγώγου Ιαείρου και τέλος την ανάσταση του Λαζάρου. Η κοινή λογική μάς λέει ότι, όποιος έχει τέτοια δύναμη να καταργεί τον θάνατο, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από αληθινός Θεός. Εξουσιαστής του Θανάτου και της Ζωής. Ευλόγως λοιπόν ένας Θεός που ανασταίνει άλλους έχει την δύναμη να αναστήσει και τον Εαυτό Του, αν κάποιοι αφελείς σκοτώσουν την ανθρώπινη φύση Του που έχει ως Θεάνθρωπος πιστεύοντας ότι έτσι σκοτώνουν και τον Θεό.  Πρέπει να υπογραμμισθεί με έμφαση εδώ ότι την εκ νεκρών Ανάστασή Του δεν την είχε προαναγγείλει μόνον ο Ίδιος ο Ναζωραίος. Την προείδαν και την κατέγραψαν στις προφητείες τους εκατοντάδες χρόνια πριν από την Ενανθρώπιση του Σωτήρος Χριστού και ορισμένοι  Προφήτες, όπως λ.χ. ο Ησαΐας και ο Ιερεμίας. Το μήνυμα επομένως που μας στέλνει το κενόν Μνημείον του Εσταυρωμένου είναι Φως και Ελπίδα. Το Φως της Αναστάσεως του Κυρίου και η ελπίδα ότι θα μπορέσουμε να απολαύσουμε και εμείς τα αγαθά της Επουρανίου Βασιλείας Του, αν γίνουμε συνοδοιπόροι του Γολγοθά Του και συνδαιτυμόνες της Διδαχής Του . Ο άδειος Τάφος του Θεανθρώπου διαβεβαιώνει όσους τον κοιτάζουν ότι ο Χριστός δια του θανάτου Του κατήργησε τον θάνατο  και χάρισε ζωή σε όλους όσοι βρίσκονται μέσα στα μνήματα, όπως μας λέει άλλωστε και ο γνωστός αναστάσιμος ύμνος.

Έναντι αυτού του σαφούς μηνύματος, που εκπέμπει το κενόν Μνημείον του Εσταυρωμένου, ο τάφος του Καζαντζάκη με την επιτύμβια επιγραφή του προβληματίζει βαθειά όσους την διαβάζουν και ψάχνουν να βρουν το αληθινό νόημα των λέξεων που την συνθέτουν, αφού η επιγραφή αυτή επιδέχεται δύο αναγνώσεις: Στην μια από αυτές αποκομίζει κάποιος την εντύπωση ότι ο μεγάλος αυτός κρητικός λογοτέχνης θέλησε με την σχετική ρήση του να γίνει σημαιοφόρος όλων των μηδενιστών του κόσμου, ενώ στην άλλη ανάγνωση, όπως αυτή πιστώνεται σε όσους αποδίδουν μια ιδιότυπη πίστη του Καζαντζάκη στον Θεό, αναδύεται η θεολογία του, που ουδεμία σχέση έχει βέβαια με την παραδοσιακή θεολογία, η οποία αναλύει τα δόγματα και τις συναφείς εντολές της Χριστιανικής Διδασκαλίας. Η πρώτη φράση της εν λόγω επιτύμβιας επιγραφής («δεν ελπίζω τιποτα»)  δεν απογυμνώνει μόνο ην μεταφυσική πίστη από την ιδιοτέλεια κάποιων πιστών που περιμένουν να εξαργυρώσουν την  πίστη τους στον Θεό με κάποια ανταμοιβή Του προς αυτούς, όπως εκτιμούν κάποιοι ερμηνευτές της φράσης αυτής. Υπογραμμίζει παράλληλα και μάλιστα εντονότερα την πίστη του Καζαντζάκη στο τίποτα, που δεν μπορεί ποτέ να σου δώσει κάποια ελπίδα. Το ίδιο ισχύει και για την άλλη φράση της σχετικής επιτύμβιας επιγραφής του Καζαντζάκη («δεν φοβάμαι τίποτα»). Η φράση αυτή μπορεί να παραπέμπει σε όσους πιστεύουν στον Θεό, επειδή φοβούνται την κόλαση, είναι όμως πρωτίστως συμπλήρωμα της πρώτης φράσης. Όταν δεν ελπίζεις σε τίποτα, δεν μπορεί αυτό το τίποτα να σου δημιουργήσει κανένα φόβο. Ας μη ξεγελοιόμαστε λοιπόν από την επιτύμβια επιγραφή του Καζαντζάκη. Αυτή σε κάποιες προεκτάσεις της μπορεί να εγγίζει ορισμένες πτυχές της στρεβλής πίστης των ανθρώπων στον Θεό, στην πραγματική της διάσταση όμως προβάλλει τον μηδενισμό και την αθεΐα του Καζαντζάκη. Και με αυτή την διάσταση την εννοούν όλοι σχεδόν οι αναγνώστες της εν λόγω επιγραφής. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι ο Καζαντζάκης, όπως ομολογεί ο ίδιος στην «Ασκητική» του,  ήταν άθεος, αφού δεν πιστεύει στον Θεό που σώζει όσους ανθρώπους τον πιστεύουν, αλλά σε ένα θεό, που οι άνθρωποι τον σώζουν με τις πράξεις τους και αυτοί του δίνουν τελικά την  δύναμή του. Όχι εκείνος την δική του σε αυτούς. Δεν είναι τυχαίο ότι στην πρώτη έκδοσή της η «Ασκητική» του Καζαντζάκη είχε τον τίτλο «Salvatores Dei» («Σωτήρες του Θεού).

Εάν θέλαμε τώρα να υπογραμμίσουμε το μήνυμα που μάς στέλνει ο Καζαντζάκης από τον τάφο του, θα λέγαμε χωρίς καμιά επιφύλαξη ότι  σε αντίθεση με το μήνυμα του Φωτός, που εκπέμπει το κενόν Μνημείο του Εσταυρωμένου, το Καζαντζάκειον μήνυμα είναι μήνυμα σκότους. Μας το λέει άλλωστε απερίφραστα ο ίδιος ο μεγάλος αυτός Κρητικός λογοτέχνης στο «Κατά Καζαντζάκην Ευαγγέλιό» του, όπως χαρακτηρίζεται από τους κριτικούς η «Ασκητική» του: «Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο. Καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο. Το μεταξύ φωτεινό διάλειμμα το λέμε ζωή». Ο Ναζωραίος και τον θάνατο τον θεωρεί ζωή, αφού αποτελεί την «πύλη» της εισόδου στην Βασιλεία Του, δηλ στην Αιώνια Ζωή. Ο καθένας από μάς διαλέγει ελεύθερα, ποιόν δρόμο θα πορευθεί, τον δρόμο του «Φωτός» ή του «Σκότους», σύμφωνα με τα μηνύματα που εκπέμπουν αντιστοίχως το κενόν Μνημείον του Εσταυρωμένου και ο τάφος του Καζαντζάκη. Με την γνώση πάντως ότι για όλους μας, πιστεύοντες και μη πιστεύοντες, η τελική αποτίμηση της πορείας μας από τον Δίκαιο Κριτή θα γίνει μετά την πλάκα του τάφου που θα μας σκεπάσει. 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια