Header Ads

Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1957)

 

Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

«Ετυμολογικές προσεγγίσεις»

Γνωστά και καθημερινά –156

 

 

     Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*


 

«Τοῦ λόγου μέτρον οὐχ ὁ λέγων, ἀλλ’ ὁ ἀκούων» [το μέτρο του λόγου δεν είναι αυτός που μιλάει αλλά αυτός που ακούει], μας λέει ο μέγας Πλάτων, κι αυτός που ακούει δεν μπορεί να υποφέρει την φλυαρία και τον φλύαρο.

 

Όπως καταλάβατε θα συνεχίσω και σ’ αυτό το φύλλο τα περί φλυαρίας αλλά από την ανάποδη, το φειδωλό δηλ. λόγων και έργων, με αποκορύφωμα το περίφημο «μέτρον ἄριστον», ρήση που ανήκει στον Κλεόβουλο τον Ρόδιο, ένας από τους επτά σοφούς τής αρχαιότητος (6ος αι. π.Χ.). Η σοφή αυτή ρήση τονίζει πως σε όλες τις εκφάνσεις τής ζωής μας είναι ωφέλιμο και χρήσιμο να υπάρχει μέτρο, ισορροπία, να αποφεύγονται δηλ. η υπερβολή και οι ακρότητες. 

 

Το μέτρον είναι σύνθετη λέξη εκ του μετά+ρέω(ρο-ή). Το μετά όμως έχει προέλθει εκ του μέσου ή μέσσου, με σ>τ, κι αυτός εκ του ή-μισ-υς, με ι>ε, που σημαίνει αυτόν που ευρίσκεται μεταξύ δύο μισών μερών, το μεσαίο σημείο, το κεντρικό μέρος ενός πράγματος, ανάμεσα. Το μέτρο, λοιπόν, είναι αυτό με ή προς το οποίο μετρείται κάτι, η αναλογία, η συμμετρία.

Συγκεκριμένα για την γλώσσα ο άλλος κολοσσός τής αρχαιότητος, Ησίοδος, στο μνημειώδες έργο του «Έργα και ημέραι», στίχ. 719-20, καταθέτει:

«γλώσσης τοι θησαυρὸς ἐν ἀνθρώποισιν ἄριστος φειδωλῆς, πλείστη δὲ χάρις κατὰ μέτρον ἰούσης· [Ο καλύτερος θησαυρός για τους ανθρώπους είναι η φειδωλή γλώσσα, που είναι πολύ μεγάλη η χάρη της, όταν προχωράει με μέτρο].

 

Οι ξένες γλώσσες, έχοντας ως βάση το ελληνικό ρ. μετρώ, αλλά και το μητιάω (=επινοώ), διαμόρφωσαν ως εξής το δικό τους μέτρο. Οι Λατίνοι είπαν το μετρώ metior και το μέτρο mensura. Από κει οι Γάλλοι είπαν το μετρώ mesurer και το μέτρο mesure, οι Ιταλοί αντιστοίχως misurare & misura, οι Ισπανοί medir το μέτρο και medidor τον μετρητή, οι Άγγλοι measure και για τα δύο, και οι Γερμανοί messen & Messung, με αντιδάνειο κυρίως από τους Ιταλούς την μεζούρα.

 

Αντίστοιχο ρητό, με την ίδια έννοια του «μέτρον ἄριστον», είναι η γνωστή ρήση τού Μαντείου τών Δελφών, «μηδὲν ἄγαν» [τίποτε το υπερβολικό].

 

Εδώ υπάρχει θέμα διχογνωμίας ως προς την ετυμολογία τού ἄγαν. Στο λεξικό των Liddell & Scott παρατίθεται η πληροφορία πως «Ὁ Κούρτιος (σ.σ. Ernst Curtius, Γερμανός ιστορικός και αρχαιολόγος) σχετίζει αὐτὴν πρὸς τὸ ἄγω: κατὰ τὴν ἔννοιαν φαίνεται ὅτι ἀνήκει μάλλον εἰς τὸ ἄγαμαι…», άποψη με την οποία συντάσσονται και άλλοι ετυμολόγοι.

 

Ο Βασδέκης δίνει μιαν άλλη εκδοχή, κατά την άποψή μου πιο τεκμηριωμένη, υποστηρίζοντας πως η λέξη είναι σύνθετη εκ του επιτ. α+ανά, δηλ. άανα >άαν >ά-γ-αν, με παρεμβολή του γ, προς αποφυγή χασμωδίας.

 

Ας δούμε όμως και την ετυμολογία του ανά, πάντα σύμφωνα με τον Βασδέκη: Α (επιτ.) + ρίζα να-, η οποία σημαίνει τα προς τα άνω ευρισκόμενα ή εγειρόμενα. Παραθέτει δε παραδείγματα όπως να-ός, νά-γμα, να-ίω, νή-σις, νά-ω, νό-μος, νο-έω, γιγ-νώ-σκω… Εν κατακλείδι το ανά σημαίνει επάνω, επί, κίνηση προς τα πάνω (ναίω), έκταση ή χρονική διάρκεια, διανομή ή μερισμό κλπ. και το άγαν, πάρα πολύ.

 

Για να δούμε τώρα το αντίθετο όλων τών λόγων και των ομιλιών, που είναι η σιγή, η σιωπή.

 

Το πρώτο συνθετικό και των δύο απολύτως σχετικών λέξεων είναι το ηχοποίητο σσσιι, ο φθόγγος που προφέρουμε με ελαφρώς κλειστά χείλη και δια του οποίου απευθυνόμαστε σε κάποιον είτε για να σιωπήσει είτε για να γυρίσει να μας δει είτε να ακινητοποιηθεί, με το ι να είναι σχεδόν άφωνο. Αυτός, λοιπόν, ο φθόγγος και διαπεραστικότητα διέθετε αλλά και ελάχιστη ένταση ήχου απαιτούσε, έτσι που γινόταν αντιληπτός εύκολα απ’ όσους ήταν δίπλα μας. Προφανώς το ουσιαστικό ήταν η σι-ή και προς άρσιν της χασμωδίας προστέθηκε ένα γ κι έγινε σι-γ-ή.

 

Η αείμνηστη καθηγήτρια και συγγραφέας, Άννα Τζιροπούλου-Ευσταθίου, υποστηρίζει πως μετά τον συριστικό φθόγγο ακολουθεί η ικ-ή, εκ του ίκ-ω (=φθάνω), με κ>γ, ίσως κάπως τραβηγμένη άποψη, σε σχέση με το φθάνω.

 

Το πρώτο συνθετικό τής σιωπής είναι η …σιγή και το δεύτερο η ωψ (=φωνή, ωψ-οπός), με ο>ω.

 

Το σιωπώ λέγεται και συμμύω [συν+μύω (=κλείνω)].

 

Οι ξένες γλώσσες δεν ξεχωρίζουν τις δύο αυτές λέξεις και έχουν μία κοινή, για να εκφράσουν και τις δύο. Η δεξαμενή τους; Μα η αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα το ρ. σιγώ, σιωπώ. Υπάρχουν όμως και οι τύποι σιγηλός, σιγαλέος =σιωπηρός, αλλά και το ρ. σιλήνω, που κατά τον Ησύχιο σημαίνει σιωπώ. Οι Λατίνοι είπαν το σιωπώ sileo, οι Γάλλοι silence την σιγή, οι Ιταλοί silenzio, οι Ισπανοί silencio, οι Άγγλοι silence, και οι Γερμανοί Schweigen (=σιωπώ, σιγώ).

 

Να με διαβάζει άραγε ο …τρυπητήρης ή δεν έχει χρόνο, αφού όλη μέρα τρέχει από (βοθρο)καναλίου εις (βοθρο)κανάλιον;

 

Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών. Παρατηρήσεις ή ερωτήσεις σας μπορείτε να στέλνετε στο vlaxojohnmes@gmail.com. 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια