Header Ads

Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1941)

 

Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

«Ετυμολογικές προσεγγίσεις»

Γνωστά και καθημερινά –139

 

 

     Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*

Υποσχέθηκα αυτό μου το άρθρο να είναι αφιερωμένο στην εκδημία τού Βαγγέλη Κόκκινου, του Ιδρυτού και Διευθυντού της εφημερίδος, που με φιλοξενεί για πάνω από 5 χρόνια.

Όπως ίσως θα φαντάζεστε, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από την διερευνητική ματιά των αρχαιοελλήνων το γεγονός τού θανάτου. Το γεγονός που αποτυπώθηκε με πλειάδα εκφράσεων, όρων και εννοιών.

Αυτή θα είναι και η μοναδική λέξη, που θα τύχει μιας λεπτομερέστατης ερμηνείας στην παρούσα στήλη, συνδυασμένη με πολλές άλλες σχετικές.

 

Ξεκινάμε με την ετυμολογία της λέξεως θάνατος.

Το Ετυμολογικόν το Μέγα ισχυρίζεται πως η λέξη έχει προέλθει εκ του τείνω >τανύω >τάνατος >θάνατος, με τ>θ, κάτι που έχει διασωθεί και αποτυπωθεί στην λαϊκή σοφία υπό την φράση «τα τέντωσε» ή «τα τίναξε». Το αντιδάνειο «τέζα» έχει προέλθει από το λατινικό tendo κι αυτό με την σειρά του εκ του τανύω.

 

Ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Ν, 654) περιγράφει: «θυμὸν ἀποπνείων, ὡς σκώληξ ἐπὶ γαίῃ κεῖτο ταθείς», καθώς του έβγαινε η ψυχή (ψυχομαχώντας) ξαπλώθηκε τεντωμένος σαν σκουλήκι στην γη. Ταθείς = μετοχή παθ. αορ. του ρ. τείνω (=τανύω, τεντώνω).

 

Ο θάνατος, ο όλεθρος, λέγεται αλλοιώς και μόρος (=μοίρα), ετυμολογούμενος εκ του μείρομαι (=λαμβάνω μέρος). Σύμφωνα με τα πιστεύω τής αρχαιοελληνικής εποχής, τον φυσικό θάνατο φέρνει η Μοίρα, από το όνομα της οποίας προήλθε και ο μόρος.

 

Μορτός είναι ο θνητός, εκ του οποίου προέκυψε ο μροτός >βροτός. Αμμόριος είναι ο αθάνατoς. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί το «κακός μόρος» (=κακός θάνατος) αλλά και το «μόρσιμον ἦμαρ» (=η μέρα τού θανάτου). Παράβαλε με το σημερινό «επήλθε το μοιραίο», δηλ. ο θάνατος. «Μορτοβάτις» λεγόταν το πλοίο τού Χάρωνος (=Χάροντα).

 

Στα λατινικά ο θάνατος είναι mors, στα ιταλικά morte, στα ισπανικά muerte, στα αγγλικά death και στα γερμανικά Tod. Οι δύο τελευταίες γλώσσες αντλούν την ρίζα τους εκ της μετοχής του παρακειμένου του θνήσκω, τεθνεώς. Όμως οι Άγγλοι για να περιγράψουν τον θνητό λένε mortal και οι Γερμανοί την θνησιμότητα Mortalität. Επίσης οι Άγγλοι λένε το έγκλημα, τον φόνο, murder, πάντα εκ του μόρος.

 

Τον βίαιο θάνατον, πριν από τον συνήθη, τον φέρνει η Κήρ, εκ του ρ. κείρω (=κόπτω). Κι όπως λέει και ο λαός, του κόπηκε το νήμα τής ζωής του πρόωρα. Υπάρχει μέχρι και σήμερα η κατάρα «κήρα και μόρα να σ' εύρει». Άρα, κηρ είναι ο θάνατος.

 

Για κάποιον που φεύγει απ’ την ζωή λέμε απεβίωσε. Αποβίωση είναι ο θάνατος, η έξοδος από του βίου ή εκβίωση.

 

Ο θάνατος επίσης εκφράζεται με την λέξη τελευτή (δηλ. το τέλος του βίου) ή με την λέξη κατάληξη, εκ του κατα+λήγω.

 

Επίσης απαλλαγή λέμε μεταφορικώς τον θάνατο, εκ του ρ. απαλλάττομαι =ελευθερώνομαι, επιστρέφω ή απέλευση, το εκ του βίου απέρχεσθαι.

 

Ομοίως λέγεται και έξοδος, όπως η έξοδος του χορού από την ορχήστρα, στο τέλος τού δράματος, η έξοδος δηλ. εκ του βίου. Η καθομιλουμένη διασώζει την έννοια αυτή ως «ξόδι» (=κηδεία), κάτι που διατηρεί και η Εκκλησία, ονομάζοντας την κηδεία «εξόδιο ακολουθία».

 

Θεωρώντας οι άνθρωποι τον θάνατο ως καταστροφή, τον ονομάζουν συνεκδοχικώς και όλεθρο, εκ του ρ. όλλυμι (=καταστρέφω, αφανίζω)

 

Για την έννοια του θανάτου χρησιμοποιούνται και οι εκφράσεις:

«ρηγμίν βίου», το τέλος τής ζωής, κατά το «ρηγμίν θαλάσσης» (= εκεί που σπάει, εκεί που σταματάει το κύμα), εκ του ρήγνυμι.

 

Ηδύ πήμα, που κυριολεκτικώς σημαίνει γλυκύ πάθημα και κατ' ευφημισμόν τον θάνατο.

 

Τέλειος ημέρα λέγεται η ύστατη ημέρα τής ζωής, η ημέρα του τέλους. Λέγεται όμως και «τέρμιος ημέρα», δηλ. η ημέρα του τέρματος, του τέλους τής βιοτής.

 

Τελευταίο άφησα τον Άδη, τον γλυκό αυτόν θεούλη του Κάτω Κόσμου, που μας κουβαλάει όλους στο βασίλειό του, σαν πεθάνουμε. Η ετυμολογία του προέρχεται εκ του στερητικού α και του θέματος του απαρεμφάτου αορίστου του ρήματος ορώ (ιδείν). Α+ιδείν >αϊδείν >Αΐδης >Άδης, εκεί όπου, λόγω σκότους, δεν μπορεί κανείς να δει. Ομοίως και όσοι βρίσκονται στον Άδη δεν πρόκειται πλέον να ξαναδούν κανένα κι ούτε κανένας πρόκειται να τους ξαναδεί. Το ιδείν έχει μπροστά δίγαμμα (F-ιδείν), το οποίο τρέπεται σε δασεία, το δε γιώτα τού «ιδείν» υπογράφεται και γι’ αυτό ο Άδης παίρνει υπογεγραμμένη στο Α (ᾋδης).

 

Ο βαρκάρης, ο πορθμεύς τού Άδη, που οδηγούσε τους νεκρούς στον Κάτω Κόσμο, λεγόταν Χάρων. Χάρο λέμε κι εμείς σήμερα μεταφορικώς τον θάνατο. Ο Χάρων όμως κυριολεκτικώς σημαίνει χαρούμενος, χαρωπός και ονομάστηκε έτσι λόγω του ότι διέθετε απαστράπτοντες οφθαλμούς, σαν να πήγαινε σε χαρά. Ουσιαστικώς, δηλ. ετυμολογείται εκ της χαράς.  Όπως αντιλαμβάνεστε, η ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική γλώσσα στον κόσμο που παράγει λέξη για τον θάνατο, εκ του χαίρω και της χαράς.

 

Γράφει σχετικώς ο Πλούταρχος:

«Χάρων, ἱλαρῷ τῷ προσώπῳ καὶ μειδιῶν προσβλέπων εἰς ἡμᾶς, θαρρεῖν ἐκέλευσεν,

ὡς μηδενὸς ὄντος δεινοῦ...» (Περί Σωκράτους δαιμονίου, 595Ε). Μας προέτρεψε δηλ. ο Χάροντας, με χαρούμενο πρόσωπο και χαμογελώντας, να έχουμε θάρρος, διότι δεν είναι και τόσο φοβερό το να πεθάνεις.

Μέχρι και λογοπαίγνια έκαναν οι αρχαίοι, διακωμωδώντας ουσιαστικώς τον θάνατο. Ενδεικτικώς:

«Χαῖρε ὦ Χάρων» (Αριστοφ. Βάτρ. 183), «Πορθμεὺς Χάρων, ἔχων χὲρ’ ἐπὶ κοντῷ, χαίρων ἤδη μὲ καλεῖ» (Ευριπ. Άλκηστις 253), «Χαῖρε Ἄδωνι, καὶ εἰς χαίροντας ἀφίκου».

(Θεοκρίτου Ειδύλλια, επί τω θανάτω τού Αδώνιδος), «Χάρων, ὁ πρόξενος χαρᾶς» (Ησύχιος).

Και κάτι για το τέλος από το απίστευτο Ρεμπέτικο, δια στόματος Γιάννη Παπαϊωάννου, σε στίχους Κώστα Μάνεση:

Πέντε Έλληνες στον Άδη ανταμώσαν ένα βράδυ/ και το γλέντι αρχινάνε κι όλα γύρω τους τα σπάνε/ με μπουζούκια, μπαγλαμάδες, τρέλλαναν τους σατανάδες…»

 

Εύη μου, καλή μου Εύη

Είναι πικρό, πολύ στενάχωρο, απίστευτο, αδόκητο, να χάνεις μέσα σε 40 μέρες τους πολυαγαπημένους σου γονείς. Ελπίζω, με αυτήν μου την «βουτιά» στην αρχαιοελληνική σοφία, να μπορέσω έστω και λίγο να απαλύνω τον πόνο σου και ν’ αφήσεις/ετε -εσύ και ο Κυριάκος- γρηγορότερα τον πανδαμάτορα χρόνο να κάνει το θαύμα του, όπως αυτός ξέρει.

Σου αφιερώνω τον «Ύμνον εις τον Θάνατον» από τους Ορφικούς Ύμνους, που μελοποίησα και τραγούδησα, όταν χάθηκε αδόξως μια αγαπημένη μου συνάδελφος στο σχολείο.

 

Κλῦθί μευ, ὃς πάντων θνητῶν οἴηκα κρατύνεις
πᾶσι διδοὺς χρόνον ἁγνόν, ὅσων πόρρωθεν ὑπάρχεις
σὸς γὰρ ὕπνος ѱυχῆς θραύει καὶ σώματος ὁλκόν,
ἡνίκ’ ἂν ἐκλύῃς φύσεως κεκρατημένα δεσμὰ
τὸν μακρὸν ζωοῖσι φέρων αἰώνιον ὕπνον,
κοινὸς μὲν πάντων, ἄδικος δ’ ἐνίοισιν ὑπάρχων,
ἐν ταχυτῆτι βίου παύων νεοήλικας ἀκμάς
ἐν σοὶ γὰρ μούνῳ πάντων τὸ κριθὲν τελεοῦται
οὔτε γὰρ εὐχαῖσιν πείθῃ μόνος οὔτε λιταῖσιν.
ἀλλά, μάκαρ, μακροῖσι χρόνοις ζωῆς σε πελάζειν
αἰτοῦμαι, θυσίαις καὶ εὐχωλαῖς λιτανεύων,
ὡς ἂν ἔοι γέρας ἐσθλὸν ἐν ἀνθρώποισι τὸ γῆρας.


Άκουσέ με, εσύ που κρατάς την ζωήν όλων των ανθρώπων,

και που δίνεις αγνό χρόνο σ’ εκείνους από τους οποίους βρίσκεσαι μακρυά,
διότι ο δικός σου ύπνος τσακίζει την ψυχή και σύρει το σώμα,

όταν διαλύεις τα δεσμά πού συγκρατούν το σώμα

και φέρνεις στους ζωντανούς τον μακρύ αιώνιο ύπνο

που είσαι κοινός για όλους, αλλά σε μερικούς φέρεσαι άδικος,

όταν με ταχύτητα θέτεις τέρμα στον βίο νέων και ακμαίων ανθρώπων

από σένα μόνον εκτελείται αυτό που αποφασίστηκε για όλους

διότι μόνον εσύ δεν πείθεσαι από προσευχές ούτε και παρακλήσεις.

Αλλά μακάριε, σου ζητώ να προσέρχεσαι ύστερα από πολλά έτη ζωής,
και σε παρακαλώ γι’ αυτό με θυσίες και με προσευχές

ώστε τα γηρατειά να είναι για τους ανθρώπους καλό βραβείο.

 

Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών. Παρατηρήσεις ή ερωτήσεις σας μπορείτε να στέλνετε στο vlaxojohnmes@gmail.com. 

 

  

Δεν υπάρχουν σχόλια