27 Ιανουαρίου 2019 : ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ
ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ
Προτύπωση καί εκπλήρωση
Ή διδασκαλία αυτή συνοψίζει καί τήν ουσιαστική υπεροχή καί διαφορά τής Καινής άπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Καί οι δύο Διαθήκες σκοπό έχουν τή λύτρωση καί σωτηρία μας άπό τίς συνέπειες τής πτώσης μας, δηλαδή άπό τήν υποδούλωση στην αμαρτία, τή φθορά καί τόν θάνατο. Άλλα στή μέν Παλαιά Διαθήκη ή λύτρωση αυτή προετοιμάστηκε καί προεικονίστηκε, στή δε Καινή Διαθήκη οϊ προτυπώσεΐς εκπληρώθηκαν καί πραγματοποιήθηκαν στό πρόσωπο τοΰ θεανθρώπου Χρίστου.
Στην Παλαιά Διαθήκη ή ϊερωσύνη ήταν άτελής. Δέν μπορούσε νά οδηγήσει τόν άνθρωπο σέ τέλεια κοινωνία καί συμφιλίωση μέ τόν θεό. Δέν μπορούσε νά τόν καθαρίσει άπό τά νεκρά έργα τής άμαρτίας ούτε νά τόν απαλλάξει άπό τήν ένοχη. Έπίσης ήταν ϊερωσύνη κληρονομική. Μετά τόν θάνατο τοϋ πατέρα μεταβιβαζόταν στον πρεσβύτερο υιό· καί οϊ ‘ιερεΐς έπρεπε νά κατάγονται άπό τή φυλή τοϋ Λευί. Εξάλλου οϊ Ίερεις ώς άνθρωποι άσθενεϊς καί αμαρτωλοί έπρεπε νά προσφέρουν πρώτα θυσίες γιά τίς δικές τους άμαρτίες.
Ό θεόνθρωπος Χριστός με τή θυσία του πάνω στόν Σταυρό έγινε ό Μέγας Άρχιερέας, ή πηγή τής τέλειας ίερωσύνης, πού μας χαρίζει «όφεσιν άμαρτιών καί ζωήν αίώνιον». Μάς συμφιλίωσε με τόν Θεό-Πατέρα καί εξασφάλισε γιά έμας «αίωνίαν λύτρωσιν» (Έβρ. 9,12). Ή θυσία αύτή προσφέρθηκε εφάπαξ, μία φορά, μόνο γιά τίς δικές μας άμαρτίες, άφοΰ ό θύτης είναι άνομάρτητος. τό μεγαλείο τής άγάπης τοΰ θεοΰ στό φοβερό αύτό Μυστήριο είναι ότι ό Χριστός δέν προσέφερε Ουσία άλογων ζώων άλλα τόν ϊδιο τόν Έαυτό του γιά τή σωτηρία τοΰ κόσμου. Όλοκληρώνοντας, λοιπόν, ό Χριστός τό λυτρωτικό του έργο με τόν θάνατό του στόν Σταυρό, είναι «Ίερεύς εϊς τόν αιώνα», όπως με όρκο τόν είχε ανακηρύξει ο Πατέρας του μέσω τοΰ Προφήτη Δαυίδ. Καί ώς Ίερέας είναι ό αληθινοί «μεσίτης θεοΰ καί ανθρώπων», ό μόνος άναμάρτητος καί τέλειοί.
Ετσι αντικοταστάθηκε ή λευιτική Ίερωσύνη μέ τήν ίερωσύνη τοΰ Χριστοΰ, τήν οποίο καί προτύπωνε. Διότι μας χρειαζόταν άρχιερέας άγιός καί απαλλαγμένοι άπό κάθε κακία καί πονηρία, ό όποΐος όχι μόνο βεβαίωνε ότι κανείς δέν μπορεί νά τόν ελέγξει γιά άμαρτία (Ίωάν. 8,46) όσο ζοΰσε στή γη, άλλα καί κάθησε στά δεξιά τοΰ θρόνου τοΰ Πατέρα του στούς ούρανούς. Εκεί προίσταται «τής έν τη άνω Σιων μυστικής ίερουργίος» μέσα στόν επουράνιο Ναό, πού δέν τόν έκτισε άνθρωπος άλλα ό θεός. Ίερός Χρυσόστομος: «Ή ύπόληφίς τοΰ Ίερατικοΰ άξιώματοί» Σ’ αύτό τό ύπερουρόνιο δώρο τής Ίερωσύνης τοΰ Χριστοΰ μετέχουν οϊ Ίερεις τής Καινής Διαθήκης, διάδοχοι τών αγίων Άποστόλων, οι όποϊοι πλέον επιλέγονται άπό τήν Εκκλησία καί δέν έχουν τήν Ίερωσύνη κληρονομική. Πρόκειται βέβαια γιά μιά επιλογή, ή οποία στούς άξίους ~όπως ό ‘ιερός Χρυσόστομος~ προκαλεί τρόμο. «Οταν ό επίσκοπος Άντιοχείας θέλησε νά χειροτονήσει τόν είκοσιπεντάχρονο Ιωάννη πρεσβύτερο, έκεϊνος τρομοκρατημένος άπό τό δέος τοΰ άξιώματος τής ίερωσύνης προτίμησε τή φυγή. Μόνο μετά άπό τήν πίεση τοϋ αγίου Μελετίου, καί αφοΰ είχε γιά Ίκανό διάστημα ζήσει σε αυστηρή μοναχική ζωή, δέχθηκε νά χειροτονηθεί.
Στούς ύπέροχους περί ίερωσύνης λόγους του ό Χρυσορρήμων άγιος αρχιερέας συγκλονίζεται βλέποντας καί αυτόν ακόμη τόν απόστολο Παύλο νά τρέμει μπροστά στό ΰψος τής ίερωσύνης: ««Αν αυτός πού υψώθηκε μέχρι τρίτου ούρανοϋ καί γνώρισε τά μυστήρια τοϋ θεού, αύτός πού ύπέμεινε τόσους θανάτους όσες ήταν καί ο’ι ήμερες τής ζωής του ύστερα άπό τή μεταστροφή του, άν λοιπόν ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν πάντοτε περίτρομος μπροστά στό μεγαλείο τού άξιώματος τής ίερωσύνης, τότε τί θά ύποσιοϋμε έμεϊς πού τίς περισσότερες φορές τίς έντολές τοΰ Χριστοϋ τίς ποροβαίνουμε;», κοτολήγει ό «Αγιος. Πως λοιπόν στή σημερινή μνήμη τής άνοκομιδής τοϋ λειψάνου τοΰ αγίου Ιωάννου νά μη δοξολογήσω ή Έκκλησία τόν Κύριο μέ τό λόγια: «Μεγάλη ή δόξα σου, Κύριε, πού μας άπέδωσες πάλι τόν εξόριστο νυμφαγωγό· ούτόν πού μέ τή ζωή καί τή διδασκαλία του μας οδήγησε στον ουράνιο νυμφώνα· μας ξανάδωσες τό στήριγμα τής πίστης καί τόν πλοΰτο πού μας έβγαλε άπό τή φτώχειο μας».
«Αξιοι μέτοχοι τής Ίερωσύνης
Ό πλούτος των «οσίων, άκακων καί αμιάντων» ποιμένων δεν εξαντλείται στην Εκκλησία ακόμη κοί σήμερα. Ό Μέγας Αρχιερέας Χριστός συνεχίζει νά αναδεικνύει «μυροδοχεϊο» τοΰ ύψηλοΰ χαρίσματος τής ίερωσύνης, όπως τον αγαθό λευίτη π. Ευάγγελο Χαλκίδη πού υπηρέτησε έπί 30 χρόνια στον «Αγιο Βασίλειο Λαγκαδά καί έκοιμήθη τό 1987. Ό βιογράφος του μαρτυρεί χαρακτηριστικά: «Περνούσε τίς περισσότερες ώρες του στον ναό προσευχομενος καί μελετώντας. «Ενα απόγευμα τόν βρήκα νά διαβάζει μέσα στό Ιερό. Στη μορφή του διακρινόταν καθαρά μιά ασυνήθιστη λάμψη. Τρόμαξα. Τί φώς είναι αυτό, πάτερ; τόλμησα νά ρωτήσω. Δέν ξέρω, απάντησε μέ απλότητα. «Ετσι γίνεται πάντοτε όταν βρίσκομαι στό ιερό». Προφανώς έτσι γίνεται πάντοτε μέ έκείνους τούς «κεχωρισμένους άπό των αμαρτωλών» ταπεινούς ίερεΐς, πού αξιώνονται άπό τώρα νά φωτίζονται άπό τή λάμψη «τοΰ θρόνου τής μεγαλωσύνης έν τοις ούρανοΐς».
Άρχιμ. Β.Λ.
Αφήστε ένα σχόλιο