Header Ads

20 Ιανουαρίου 2019 : ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ


ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΣΕ ΟΣΤΡΑΚΙΝΑ ΣΚΕΥΗ


«Οταν οι εβδομήντα μαθητές τοϋ Χριστού επέστρεψαν άπό τίς πόλεις, όπου τούς είχε στείλει προδρόμους του, ανέφεραν μέ χαρά ότι καί τά δαιμόνια υποτάσσονται σ’ αύτούς μέ τήν επίκληση τοϋ όνόματός του. Τότε ό Χριστός, γεμάτος αγαλλίαση, ανέπεμψε δοξολογία στον Πατέρα του: «Σέ δοξάζω, Πατέρα μου. Κύριε τοϋ ουρανού καί τής γής, γιατί άπέκρυψες τό φώς σου άπό αύτούς πού νομίζουν ότι είναι σοφοί καί συνετοί, καί τό άπεκάλυψες σέ ταπει-νούς άνθρώπους, πού θεωρούν τούς έαυτούς τους πνευματικά νήπια».

Φώς κτιστό καί άκτιστο
Ό Σαούλ, πρίν κληθεί άπό τόν Χριστό νά γίνει άπόστολος Παϋλος, θεωρούσε τόν μέν εαυτό του σοφό καί συνετό, τήν δέ πίστη των χριστιανών τόσο ανόητη καί βλάσφημη, ώστε μέ μανία νά τούς καταδιώκει, νά τούς τιμωρεί καί νά συναινεί στή θανατική τους καταδίκη. «Ομως ό Χριστός άγκαλιάζοντάς τον μέ τό -πιό λαμπρό άπό τό φώς τοϋ ηλίου- Φώς του τόν κάλεσε «νά ανοίξει τά μάτια τών εθνών καί νά τούς επιστρέψει άπό τό σκοτάδι στό φώς» (Πράξ. 26,18).
Αυτή τήν εμπειρία του καταθέτει καί στούς Κορινθίους ό άπόστολος Παΰλος λέγοντάς τους ότι, Αύτός πού μάς χάρισε τό κτιστό φώς τήν πρώτη μέρα τής δημιουργίας, θέλησε νά μάς κληροδοτήσει καί τό ασύγκριτα λαμπρότερο άκτιστο φώς του, φανερώνοντάς μας τό Πρόσωπο του· έτσι μάς αξίωσε νά αποκτήσουμε γνώση καί αισθητή εμπειρία τής θεϊκής του δόξας. Καί αυτό, κατά τόν ιερό Χρυσόστομο, δέν έγινε «λέγοντας άπλώς γενηθήτω φώς άλλα ό Ίδιος έγινε γιά έμάς φώς. Ό Ίδιος έλαμψε».

Φανέρωση τής ζωής σέ σάρκα θνητή
Τό αληθινό καί σωτήριο αυτό Φώς , κάλεσε ό Χριστός τούς άποστόλους νά τό μεταδώσουν στον κόσμο. Πρόκειται γιά έργο πού ξεπερνάει τίς δυνάμεΐς τών γεγονότων βλέποντας τούς Άποστόλους καθημερινά νά πεθαίνουν γι’ Αυτόν καί νά άνίστανται». Καί, φυσικά, ή κορυφαία τους παρηγοριά στηρίζεται στην ελπίδα τής τελικής καί όριστικής άνάστασης τών σωμάτων, πού θά γίνει τήν ήμερα τής Δευτέρας Παρουσίας τοϋ Χριστοϋ, όταν όλους μας παρουσιάσει στό βήμα του γιά νά κριθούμε.

Ή μαρτυρία τών αγίων
Αϋτή ή ελπίδα στήριζε καί όλο τό νέφος τών αγίων Μαρτύρων, οι όποιοι συνέχισαν καί συνεχίζουν τό έργο τών αγίων Αποστόλων «λάμποντες καί άστράπτοντες» τό Φώς τοϋ Χριστού «έν όστρακίνοις σκεύεσιν». Ένδεικτικό παράδειγμα αναφέρουμε τόν νεομάρτυρα άγιο Αντώνιο τόν Αθηναίο. Λίγες μέρες πρίν τόν αποκεφαλίσουν στην Κωνσταντινούπολη τό 1774, έστειλε άπό τή φυλακή επιστολή στό εκκλησιαστικό συμβούλιο τής ένορίας του (άγιος Νικόλαος Τουμπολί), ένα μεγαλειώδες κείμενο πού μαρτυρεί πώς «φανερώνεται ή ζωή τού Ίησοΰ έν τη θνητή σορκί» τών Αγίων του.
«Εγραφε: «Από έμενα τόν Αντώνη, χαιρετίσματα πολλά. Ασπάζομαι χεΐρος καί πόδας τών τε ιερέων καί τών επιτρόπων. Μήν έχετε αμφιβολία. ‘Εγώ μέ τό θέλημα τοϋ θεού χύνω τό αίμα μου. Καί αποκεφαλίζομαι -έλα, μη καί τίς όντοχές ακόμη καί αύτών τών έκλεκτών σκευών τής χάριτος τοϋ θεού. Ό πιό προσοντοϋχος καί περισσότερο πεπαιδευμένος ‘Απόστολος θεωρεί ότι η εϋθραυστη θνητή του φύση καί ή ασθενική του σάρκα δέν είναι τίποτε περισσότερο άπό ένα «όστράκινο σκεϋος». Αύτό όμως είναι τό θαυμαστό καί -κατά τόν Χρυσορρήμονα- «μέγιστο δεϊγμα τής δύναμης τοϋ θεοΰ, ότι σκεϋος όστράκινο μπόρεσε νά χωρέσει τέτοια λαμπρότητα καί νά φυλάξει τόσο μεγάλο θησαυρό» μέσα σέ πειρασμούς, σέ θλίψεις, σέ διωγμούς καί σέ διορκεΐς κινδύνους. Καί, σχεδόν καθημερινά, τόση ήταν ή δριμύτητα καί ή οφοδρότητα τών πειρασμών τών Άποστόλων, ώστε νά φθάνουν καί σωματικό νά μετέχουν στόν θάνατο τοϋ Κυρίου Ίησοΰ. «Καθ’ ήμέραν αποθνήσκω», λέει ό άπόστολος Παΰλος στούς Κορινθίους. Καί όπως στόν Χριστό ό πόνος καί ό θάνατος δέν ήταν είκονικές πραγματικότητες, έτσι καί οι Άπόστολοι δέν περνούσαν τίς δοκιμσσίες «άτσολάκωτοι». «Έγώ τά στίγματα τοϋ Κυρίου Ίησοϋ έν τω σώματί μου βαστάζω», θά καυχηθεί ό άπόστολος Ποΰλος στούς Γολότες· «τό σημάδια στό σώμο μου δείχνουν τί έχω υποφέρει γιά τόν Χριστό».
Έκθέτοντας ‘ομως οι άγιοι Απόστολοι συνεχώς τόν έαυτό τους στόν θάνατο γιά χάρη τοϋ Χριστοϋ, φανερώνονταν στό θνητό τους σώμα ή ζωή τοϋ Ίησοΰ κοί ή δύναμη τής Άνόστασής του. « Ετσι έδιναν τήν πιό δυνατή μαρτυρίο γιά τό γεγονός τής Άνάστσσης. ««Αν κάποιος δέν πιστεύει», λέει ό Χρυσόστομος, «ότι ό Χριστός πέθανε καί άναστήθηκε, άς βεβαιωθεί γιά τήν αλήθεια γελάς- γιά νά ακουσθεί στούς έπτά ρηγάδες. Έσειε εΰχεσθε υπέρ έμοϋ καί έγώ διά λόγου σας. Σάς παρακαλώ, τό όνομα μου νά μή λείψει μέσα άπό τήν Εκκλησία· μήν τό άφήσετε χωρίς κόλυβα. Καί νά στείλετε στή μάνα μου επιστολή, γιά νά χαρεί καί αύτή. Καί νά άγοράσετε τό λείψανο μου· μήν είπήτε: τόσα λεφτά δώσαμε καί οΰτε ένα ποτήρι νερό δεν ήπιαμε άπό τό χέρι του. Τό έλεός σας είναι έλεος στούς φίλους καί σέ έκείνους πού μέ αγαπούν. «Ολους σάς χαιρετώ».
Συγκλονίζεται κανείς άπό τό φώς καί τή ζωή πού ξεχειλίζει ή επιστολή τοϋ «θανατοποινίτη» νεομάρτυρα. Πρόκειται γιά τήν «πλεονάζουσα χάρη» πού αναφέρει σήμερα ό άπόστολος Παϋλος καί ή οποία δίνει στόν Άντώνιο αύτή τή δύναμη νά κάνει ακόμα καί χιούμορ, λίγο πρίν μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό. «Ετσι «περισσεύει καί ή ευχαριστία εΐς τήν δόξαν τοϋ θεού», ό Όποϊος άντι-δοξάζει τά «όστράκινα σκεύη» πού ελεύθερα επέλεξαν νά γεμίσουν μέ τό Φώς του.

Άρχιμ. Β.Λ.

Δεν υπάρχουν σχόλια