Header Ads

Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1884)

 

 Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ

«Ετυμολογικές προσεγγίσεις»

Γνωστά και καθημερινά –90
 

 

     Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*

 

Αν ήμασταν σε παλαιότερες εποχές, θα ήμασταν σίγουροι πως κατά την διάρκεια της Μ. Τεσσαρακοστής, που μόλις μπήκαμε, οι χασάπηδες δεν θα είχαν μεγάλη πελατεία, τουλάχιστον όχι όση είχαν μέχρι το τέλος των Απόκρεω, λόγω της νηστείας, που επιβάλλεται από τους κανόνες της εκκλησίας.

 

Ας δούμε ποια είναι η προέλευση του χασάπη; Αν κρίνουμε από το με τι αυτός ασχολείται, ίσως πάει το μυαλό μας. Κατά κανόνα γδέρνει τα ζώα και κόβει το κρέας τους. Άρα σε κάποιο σχετικό ρήμα. Αυτό είναι το κόσσω, που έχει προέλθει από το κόπτω, με πτ>σσ, με την ίδια ακριβώς σημασία. Το χ του χασάπη έχει προέλθει από την τροπή του ψιλού κ στο δασύ χ (ουρανικά). Ο γεωργός χρησιμοποιούσε (όχι πλέον) την κοσσιά, σαν μεγάλο δρεπάνι με ξύλινη χειρολαβή, για να κόβει ψηλά και πυκνά χόρτα. Ενίοτε στην καθομιλουμένη το ρήμα ανευρίσκεται και ως κάσσω. Το κασσάρι είναι το εργαλείο που χρησιμοποιεί τόσο ο χασάπης όσο και ο γεωργός, με τουρκικό αντιδάνειο την χατζάρα, εκ του σχάζω >σχίζω και του χαόω (=καταστρέφω). Κάσαι λέγονται οι δορές, τα γδαρμένα δέρματα.

 

Το ρήμα γδέρνω είναι παραφθορά του εκ+δέρω (=αφαιρώ το δέρμα). Το δέρμα έχει προέλθει από τα δεσμά, με την συνήθη τροπή του σ>ρ, επειδή ακριβώς συγκρατεί-δένει και συνδέει εξωτερικώς όλα τα μέρη του σώματος.

 

Ο περίφημος χορός κασάπικος ή χασάπικος ή μακελάρικος υπήρξε κατ’ εξοχήν αντρικός χορός, που κατά την Βυζαντινή περίοδο χόρευαν οι χασάπηδες, οι κρεοπώλες, οι μακελάρηδες (επειδή μακέλευαν-τεμάχιζαν το κρέας σε μικρά κομμάτια) κυρίως της Κων/πολης, που τον χόρευαν κρατώντας μαχαίρια. Απόψεις λαογράφων υποστηρίζουν πως ο εν λόγω χορός αποτελούσε μίμηση μάχης. Όπως και να ’χει όμως αποτελεί λεβέντικο, μερακλίδικο χορό και ευρέως διαδεδομένο τόσο στην ενδοχώρα, όσο και στο εξωτερικό, κυρίως μετά την κινηματογραφική ταινία «Ζορμπάς», όπου ο πρωταγωνιστής δεν χόρευε ακριβώς χασάπικο αλλά μια συγκεκριμένη χορογραφία. Επειδή όμως έμοιαζε με τον χασάπικο στις κινήσεις, θεωρήθηκε πως αυτός ήταν ο χορός, παρ’ ότι έγινε γνωστός ως συρτάκι (μικρός συρτός, δηλαδή).

 

Για τον λεβέντη έχω μιλήσει σε προηγούμενο φύλλο, όχι όμως και για τον μερακλή και το μεράκι του, μια πολύ ωραία λέξη, με τρομερή ετυμολογική πορεία.

Το ρήμα είναι το μείρομαι, που έχει δύο έννοιες, κατά το Ετυμολογικόν το Μέγα. Αν σημαίνει μοιράζω, διαιρώ, λαμβάνω μέρος, συμμετέχω, προέρχεται εκ του μέρος, μέρω, μέρομαι και κατά πλεονασμό του ι, μείρομαι.

Αν όμως σημαίνει επιθυμώ, τότε προέρχεται εκ του ίμερος, ιμέρω και ιμείρω, το παθητικό ιμείρομαι και με αφαίρεση του ι, μείρομαι. Ο μικρός ίμερος λέγεται υποκοριστικώς ιμεράκιον, μεράκιον, μεράκι (=ο πόθος, η κρυφή επιθυμία) κι αυτός που ενεργεί, που φτιάχνει κάτι με μεράκι, λέγεται μερακλής. Το -κλης εκ του κλέος (=δόξα, φήμη).

 

Ο ίμερος (επίσης η επιθυμία, ο πόθος, ακόμα κι ο ερωτικός) προέρχεται εκ του ίεμαι (=ρίπτομαι) + μείρομαι (=λαμβάνω μέρος, συμμετέχω), δηλαδή έχω την τάση, επιθυμώ σφοδρώς να λάβω μέρος σε κάτι. Μάλιστα, στο Λεξικό Liddell-Scott υποστηρίζεται πως η ιμέρα αποτελεί αρχαίο τύπο ισοδύναμο του ημέρα, πιθανολογώ εκ της προτίμησης (επιθυμίας) που έχουμε για την ημέρα από της νυκτός. Αυτό το εν λόγω Λεξικό το στηρίζει στην αναφορά που γίνεται στον Κρατύλο του Πλάτωνα (418 c, d).

 

Κάτι το οποίο μας προκαλεί επιθυμία, μας αρέσει στην γεύση, το λέμε νόστιμο. Η πραγματική του έννοια όμως είναι η επάνοδος, η επιστροφή. Τώρα, το πώς από επάνοδος κατέληξε να σημαίνει επιθυμία, το εξηγεί η ετυμολογία του. Η λέξη προέρχεται εκ του ρήματος νέομαι, αντίστοιχο σε έννοια με το είμι (=πηγαίνω ή έρχομαι, επανέρχομαι, υποστρέφω). Το απαρέμφατο είναι νείσθαι και με ει>ο και θ>τ έχουμε τον νόστο, που ακριβώς σημαίνει επάνοδο στην πατρίδα δια πλοίου (ναυς, νεώς, νηός, νέω, νέομαι). Θυμηθείτε την περίφημη φράση «νόστιμον ήμαρ», που χρησιμοποιείται συχνά από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, και μας είναι γνωστή κυρίως από την ημέρα (ήμαρ) της επιστροφής (νόστος) τού Οδυσσέα στο νησί του.

 

Προφανώς ο λαός μας, έχοντας δώσει στην λέξη νόστιμος την έννοια του επιθυμητού, δεν απέχει από την πραγματικότητα του πολύ γλυκού συναισθήματος της ημέρας της επιστροφής, μετά από τόσες περιπέτειες. Απλώς χάθηκε η πρωταρχική σημασία και κυριάρχησε το συναίσθημα που ακολουθεί αυτήν.

 

Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών

vlaxojohnmes@gmail.com 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια