Header Ads

ΤΑ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ φ.1697

Τα Ψυχοσάββατα




του Χρήστου Φαραντάτου*


Το Σάββατον (6/6), παραμονή της Αγίας Πεντηκοστής, «μνήμην επιτελούμεν πάντων των απ’ αιώνος κεκοιμημένων ευσεβών πατέρων και αδελφών ημών». Είναι το δεύτερον ιερόν Ψυχοσάββατον που τιμά η Εκκλησία μας, ενώ το πρώτον ετελέσθη την παραμονή της Κυριακής της Απόκρεω (22/2). Τα δύο αυτά Ψυχοσάββατα ακολουθούν τις κινητές εορτές, το πρώτον του Τριωδίου και το δεύτερον του Πεντηκοσταρίου. 

Ο Κύριός μας, ο οποίος έχει εξουσίαν ζωής και θανάτου, ουδεμίαν υπόσχεση έδωσε προς τον άνθρωπον, ότι δεν θα αποθάνει, όπως μαρτυρεί σαφώς ο Ευαγγελιστής Ιωάννης• «καί οὐκ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἱησοῦς, ὅτι οὐκ ἀποθνήσκει» (Κεφ. κα΄23). 

Όλοι οι άνθρωποι έχουν κεκοιμημένους και πάντοτε τους τιμούν και τους σέβονται, οι δε οικείοι των τελούν μία σειρά μνημοσύνων, αφ’ ότου αποθάνει κάποιο μέλος της οικογενείας των και σύμφωνα με την εκκλησιαστική μας παράδοση, όπως τριήμερα, εννεαήμερα, τεσσαρακονθήμερα, και ετήσια. Κατά τις θείες λειτουργίες που τελούνται τα Σάββατα μνημονεύονται και οι τεθνεώτες. Τα δύο όμως αυτά Ψυχοσάββατα είναι οι ιδιαίτερες «Ημέρες των Κεκοιμημένων». Είναι ημέρες αναμνήσεων, συγκινήσεως και προσευχής, ημέρες θλίψεων, δακρύων και οδύνης, ημέρες κατά τις οποίες οι ζώντες συναντούν τους κοιμηθέντες συγγενείς των. Το μνημόσυνον είναι συνάντηση ζώντων και τεθνεώτων, σε μια ατμόσφαιρα συγχωρήσεως, σεβασμού και αγάπης. Κατά τα μνημόσυνα ο ευσεβής λαός προσφέρει τα λεγόμενα κόλλυβα, δηλαδή βρασμένος σίτος ανάμεικτος με ζάχαρη, ξηρούς καρπούς και άλλα αρτύματα, τοποθετούμενος εντός καλλωπισμένου δίσκου που προτίθεται στην Εκκλησία και διανέμεται στο τέλος της ακολουθίας στους παρισταμένους προς μακαρισμόν των τεθνεώτων. Τα κόλλυβα των μνημοσύνων δεν πρέπει να συγχέονται με τα εορταστικά κόλλυβα του γενομένου θαύματος παρά του αγίου μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος (Σάββατον παραμονή της Κυριακής της Ορθοδοξίας). 

Η ακολουθία των μνημοσύνων κατά τα δύο Ψυχοσάββατα συμψάλλεται με την θεία λειτουργία. Κατ’ αυτήν δεόμεθα στον Κύριόν μας υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως των ψυχών εις τόπον χλοερόν, φωτεινόν και αναψύξεως (= δροσερόν) που δεν υφίστανται λύπες, πόνοι και (ανα) στεναγμοί, αλλά ζωή ατελεύτητος (= χωρίς τέλος, αιωνία), διότι είναι ο μόνος αθάνατος, που εποίησε τον άνθρωπον εκ της γης (εκ χοός = χώματος) και προς αυτήν πορευόμενον (διά της ταφής). Οι ιερείς παρακαλούν τον καταβάντα εις τον Άδην και αναστάντα Κύριον, που έλυσε τις οδύνες (θλίψεις) των πεπεδημένων (= αυτών που έχουν συγκρατηθεί με πέδην = φρένο) να αναπαύσει τις ψυχές των. 

Ο Κύριός μας κατεπάτησε δια του θανάτου Του τον ίδιο τον θάνατον και κατήργησε (έπαυσε) τον διάβολον, παρασχών ως δώρον την αιωνία ζωή στον κόσμο, αυτός ικετεύεται, ως αθάνατος βασιλεύς, να αναπαύει στις αιώνιες μονές πάντες τους αοιδίμους πατριάρχες, ευσεβείς βασιλείς, αρχιερείς, ιερείς, μοναχούς και μοναχές και ολόκληρη την εν Χριστώ αδελφότητα, γίνεται δε ιδιαιτέρα μνεία και για τους γονείς και διδασκάλους μας, τα τέκνα και συγγενείς, τους πάππους και προπάππους εκ των απ’ αρχής και μέχρι των εσχάτων. Ο βάθει σοφίας τα πάντα φιλανθρώπως οικονομών δημιουργός Κύριος, είθε να αναπαύει τις ψυχές των κεκοιμημένων, που Του ανέθεσαν τις ελπίδες των. Αιωνία των η μνήμη! 

* Ο κ. Χρίστος Φαραντάτος, είναι Υποστράτηγος ε.α. διαμένων στην Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια