Header Ads

Με τη ματιά ενός νέου : Η σύγχρονη Παιδεία είναι το Διαβατήριο του Μέλλοντος…


Γράφει ο Αχιλλέας – Ευάγγελος Κ. Κόκκινος *

Η καθημερινότητα ενός μαθη­τή δεν παρουσιάζει πολλές εκ­πλήξεις. Κάθε μέρα αρχίζει με το μισητό για πολλούς ξύπνημα στις 7 και ακολουθείται από το 6ω­ρο σχολικό πρόγραμμα, στο τέ­λος του οποίου ο μαθητής (ή μα­θήτρια) επιστρέφει στο σπίτι. Αν στοχεύει να περάσει στο πανεπι­στήμιο, το μεσημέρι ή το απόγευ­μα θυσιάζεται για το φροντιστή­ριο και όταν ολοκληρωθεί και αυ­τό, επιβάλλεται μία επανάληψη και διεκπεραίωση των εργασιών της επόμενης μέρας. Όσος ελά­χιστος χρόνος απομένει, αφιερώ­νεται στα εξωσχολικά ενδιαφέρο­ντα και χόμπι που ενδεχομένως έχει. Αυτό το πρόγραμμα τηρείται (με μικρές εξαιρέσεις) απαράλλα­χτο για το σύνολο της εκπαίδευ­σης, ενώ στις μεγαλύτερες τά­ξεις του λυκείου η πίεση εντείνε­ται και ένας μαθητής με υψηλούς στόχους υποχρεώνεται να αφιε­ρώσει σχεδόν ολόκληρο το χρό­νο του στην προετοιμασία για τον μηχανισμό πολτοποίησης της νε­ανικής δημιουργικότητας και ζω­ντάνιας, που ονομάζουμε Πανελ­λήνιες Εξετάσεις. 
Πλήρως απορροφημένοι α­πό το να επιτύχουμε εντός αυ­τού του τυποποιημένου εκπαι­δευτικού συστήματος που επι­βραβεύει τη στείρα αναπαραγω­γή γνώσεων και την απομνημό­νευση, οι περισσότεροι ολοκλη­ρώνουμε τη δευτεροβάθμια εκ­παίδευση και εισερχόμαστε στον κόσμο των ενηλίκων. Εδώ όμως ερχόμαστε αντιμέτωποι με κά­τι πολύ διαφορετικό από ό,τι εί­χαμε συνηθίσει εντός των σχολι­κών τάξεων. Καλούμαστε να συ­νεργαστούμε και να επιλύσουμε κοινά προβλήματα με τους συ­νανθρώπους μας, να διαμορφώ­σουμε απόψεις για σημαντικά ζη­τήματα, να ψηφίσουμε στις εκλο­γές, να δείξουμε σεβασμό και αλ­ληλεγγύη στους πιο άτυχους από εμάς και όλα αυτά με γνωσιολο­γικά και συναισθηματικά εργαλεί­α που δώδεκα έτη σχολικής εκ­παίδευσης είχαν παραλείψει πα­ντελώς να μας καλλιεργήσουν. 
Είναι δυστυχώς κοινός τόπος, ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύ­στημα αποτελεί ένα από τα πιο δυσλειτουργικά και οπισθοδρο­μικά μεταξύ των «ανεπτυγμένων» κρατών. Η πιο πρόσφατη διεθνής έκθεση PISA του 2015, που εκ­δίδεται ανά τριετία από τον Ορ­γανισμό για την Οικονομική Συ­νεργασία και Ανάπτυξη και ερευ­νά τα εκπαιδευτικά αποτελέσμα­τα, έδειξε ότι οι Έλληνες 15χρο­νοι μαθητές και μαθήτριες είχαν πολύ χαμηλότερες επιδόσεις σε σχέση με το μέσο όρο των χω­ρών του ΟΟΣΑ, όσον αφορά τις Φυσικές Επιστήμες, την Κατανό­ηση Κειμένου, τα Μαθηματικά και τη συνεργατική επίλυση προ­βλημάτων. Τα αποτελέσματα αυ­τά έρχονται να προστεθούν στην καθοδική πορεία που διαγράφει τα τελευταία χρόνια η χώρα μας στην εν λόγω έρευνα. Αυτό δεν οφείλεται σε ανεπάρκεια των κα­θηγητών, οι οποίοι στις περισσό­τερες περιπτώσεις δίνουν υπε­ράνθρωπες προσπάθειες για να προσφέρουν ό,τι καλύτερο μπο­ρούν, ενώ το επάγγελμα τους υ­ποβαθμίζεται συνεχώς. Αντίθετα, το πρόβλημα είναι θεσμικό και ά­πτεται της εκπαιδευτικής πολιτι­κής.
Δεν θα δώσω, ωστόσο, έμφα­ση στις αδυναμίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, δε­δομένου ότι έχουν ήδη γραφτεί πολλά για αυτό και θα ήταν α­πό μέρους μου επιλογή εύκολου στόχου για κριτική. Αντ’αυτού θα αναφερθώ σε ένα εκπαιδευτι­κό σύστημα, που σταθερά αξιο­λογείται ως ένα από τα καλύτε­ρα του κόσμου, καθώς και στα ι­διαίτερα χαρακτηριστικά που το καθιστούν ως τέτοιο. Το σύστημα αυτό είναι το φινλανδικό. Η Φιν­λανδία έχει καταφέρει τις τελευ­ταίες δεκαετίες, μέσα από τη λή­ψη προσεκτικά σταθμισμένων μέ­τρων, να έλθει στο επίκεντρο δι­εθνώς για την αποτελεσματική και πολυσχιδή εκπαίδευση που παρέχει στους πολίτες της. Ό­πως αναφέρει ο παγκοσμίου φή­μης Φινλανδός εκπαιδευτικός και συγγραφέας Pasi Sahlberg, η χώ­ρα του ήταν πολύ διστακτική στο να υιοθετήσει το μοντέλο αντα­γωνιστικής μάθησης και τυποποι­ημένων διαγωνισμάτων, που εξα­πλώθηκε στις περισσότερες χώ­ρες τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Η λογική που ακολούθησαν ήταν ότι ο αυξανόμενος ανταγω­νισμός των σχολείων για καλύτε­ρες επιδόσεις των μαθητών τους στις τυποποιημένες εξετάσεις, θα οδηγούσε σε μια γενικότερη τυ­ποποίηση της εκπαίδευσης, η ο­ποία θα παραγκώνιζε όσους δεν ήταν προικισμένοι με τις ικανό­τητες για να πετύχουν σε αυτές. Έτσι, αποφάσισαν να ακολουθή­σουν διαφορετική πορεία και να θέσουν διαφορετικούς στόχους για την κρατική τους εκπαίδευση. 
Κατ’αρχάς κατέβαλαν μεγά­λες προσπάθειες για την ανα­βάθμιση του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, μέσω της αύξη­σης των προϋποθέσεων άσκησης του επαγγέλματος (υποχρεωτική η απόκτηση μεταπτυχιακού), της ενδελεχούς προετοιμασίας των μελλοντικών εκπαιδευτικών στις σχολές και της αύξησης των απο­δοχών τους. Ενώ σε πολλές χώ­ρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, προτεραιότητα της εκ­παίδευσης φαίνεται να είναι ο πι­θηκισμός πληροφοριών, στη Φιν­λανδία απώτατος στόχος είναι η καλλιέργεια των λεγόμενων «ε­γκάρσιων» δεξιοτήτων, δηλαδή αυτών που δεν σχετίζονται με συγκεκριμένη εργασία, δραστη­ριότητα ή ακαδημαϊκό τομέα, αλ­λά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διάφορες πτυχές της επαγγελ­ματικής και κοινωνικής ζωής. Πα­ραδείγματα αυτών είναι η κριτι­κή σκέψη, η διαπροσωπική ικα­νότητα, η καλλιέργεια περιβαλ­λοντικής συνείδησης και η ικα­νότητα εντοπισμού και αξιολόγη­σης πληροφοριών, η οποία είναι απαραίτητη στην εποχή του δια­δικτύου και του κατακλυσμού ει­δήσεων. 
Οι εργασίες για το σπίτι είναι ε­λάχιστες, σχεδόν ανύπαρκτες, ε­νώ το σχολικό ωράριο, που σε κα­μία περίπτωση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξαντλητικό, α­ποσκοπεί στην εξατομίκευση της μάθησης. Τα κατά τόπους σχολεί­α έχουν τη διακριτική ευχέρεια να καθορίσουν το πρόγραμμά τους, ενώ οι καθηγητές οργανώνουν σε συνδυασμό με τους μαθητές την πορεία μάθησης, λαμβάνο­ντας υπόψη τους τους στόχους και τις ικανότητες καθενός. Η α­ξιολόγηση δεν γίνεται μέσω «τι­μωρητικών» διαγωνισμάτων, αλ­λά μέσω της συνεχούς ενεργούς συμμετοχής των μαθητών και της αυτοκριτικής. Επιπλέον καλλιερ­γείται η διεπιστημονική θεώρηση των πραγμάτων, μέσω μαθημά­των που αποτελούν συγκερασμό διαφορετικών επιστημονικών πε­δίων. Έτσι οι μαθητές εξοπλίζο­νται με την επιστημονική μέθο­δο, δηλαδή την ακολουθία: υπό­θεση, πείραμα, επαλήθευση ή δι­άψευση, ενώ μαθαίνουν να αξιο­λογούν τις αποδείξεις ενός ισχυ­ρισμού για να κρίνουν την πειστι­κότητά του. Η μη επαρκής διδα­σκαλία της επιστημονικής μεθό­δου αποτελεί εγκληματική παρά­λειψη των ελληνικών σχολείων, που φερ’ειπείν διδάσκουν στην Τρίτη Λυκείου για πρώτη φορά τη Θεωρία της Εξέλιξης του Δαρβί­νου, αλλά όχι τα στοιχεία που ο­δήγησαν την εν λόγω θεωρία να επικρατήσει στην επιστημονική σκέψη. 
Κλείνοντας, θέλω να ανα­φερθώ σε μια έρευνα του Pew Research Center για τις πεποιθή­σεις των ευρωπαϊκών λαών, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2018. Μεταξύ άλλων έδειξε ότι εμείς οι Έλληνες σε βαθμό 89% θεωρούμε τον πολιτισμό μας α­νώτερο των άλλων, το μεγαλύτε­ρο με διαφορά ποσοστό της Ευ­ρώπης. Ίσως οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες να είχαν κα­τά νου τον αρχαίο πολιτισμό μας, αλλά το εύρημα αυτό υπογραμ­μίζει ένα υφέρπον πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας. Η έλλειψη ταπεινοφροσύνης οδηγεί στην τύφλωση μπροστά σε προβλήμα­τα που χρήζουν επίλυσης. Πρέπει να μετριάσουμε το συλλογικό ε­γωισμό μας και να θελήσουμε να μάθουμε από χώρες που έχουν ε­πιτύχει καλύτερα από εμάς σε ο­ποιονδήποτε τομέα μας ενδιαφέ­ρει και φυσικά σε αυτόν της εκ­παίδευσης. Μόνο τότε θα χτίσου­με έναν σύγχρονο πολιτισμό άξι­ο της υπερηφάνειας μας, καθώς ένα πρόβλημα εκπαίδευσης είναι ένα πρόβλημα πολιτισμού. Ή ό­πως είπε ο Malcolm X: «Η εκπαί­δευση είναι το διαβατήριο του μέλλοντος, διότι το αύριο ανήκει σε αυτούς που προετοιμάζονται για αυτό από σήμερα.» 

* Ο Αχιλλέας - Ευάγγελος Κόκ­κινος, είναι επί πτυχίω Φοιτητής Νομικής του Πανεπιστημίου Α­θηνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια