Για τον θείο Κωνσταντίνο Μπιτσάκο (Φ. 1967)
Ήταν ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος.
• Δεν ήταν δήθεν ποτέ..
• Ήταν αυθεντικός και τίμιος.
• Δεν είχε διπλώματα· όμως εδίδασκε η απλή παρουσία του. Εδίδασκε με αυλακωμένο πρόσωπο και ιδρώτα. Εδίδασκε τάξη, σεβασμό, νοικοκυροσύνη. Εδίδασκε Ρωμιοσύνη και, γιατί όχι, και Χριστό.
• Φανταστείτε τον να κάθεται σε καμιά γωνία παλιού καφενείου να τεντώνει τα κουρασμένα πόδια του και να μιλά λίγο δυνατά και με το χέρι του και με το πρόσωπο του.
• Μην τον φαντάζεστε όμως ποτέ στις σημερινές καφετέριες, στα καφέ που λένε κ.λ.π. θα τον έπιανε φαγούρα…
Θα τον πονούσε η αρρώστια που του παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια. Κι όμως! Λίγες φορές που ανταμωνόμαστε ποτέ δεν μου μιλούσε για τους πόνους του, ούτε ποτέ μου γόγγυξε.
Μου έλεγε για ένα άτακτο παιδί μου και μου ψιλοφώναζε με πόνο « Ρε συ, όπου πάς για δουλειές, για ψώνια να τον παίρνεις μαζί σου».
Στην εκκλησία δεν τον έβλεπα τακτικά. Όμως νομίζω ότι ήταν ένθεος και Χριστόφιλος άνθρωπος... Την ευχή του να ' χουμε!
Δεν ήταν από τους εαυτούληδες. Νοιαζόταν για τον Τόπο μας. Μπορεί παρεμπιπτόντως να 'ταν μέλος και κάποιου ίσως, από αυτά που λένε, εξωραϊστικού, πολιτιστικού συλλόγου. Όμως δεν του άρεσαν τα διαγγέλματα, οι φωνές, οι υποσχέσεις οι καταγγελίες και τα πολλά πέρα-δώθε. Ήταν μοναχικός άνθρωπος και ο νοών νοείτω!
Γνήσιος Ρωμιός! Ιδρωμένος και πονεμένος άνθρωπος. Του άρεσε να αφηγείται ιστορίες του παλιού καιρού.
Δεν ήταν αυθάδης, "τηλεγραφόξυλο", "μπεγλερίστας", και νωχελικά απλωμένα άνθρωπος. Κυρτωμένος λίγο από το «βάσανο» της ζωής.
Έφερνε μαζί του το εχθές, τους πόνους και τα βάσανα της Ρωμιοσύνης. Κουβαλούσε τον φόβο της Τουρκοκρατίας και την "θηριωδία" του Αντάρτικου, όμως ζούσε εγκάρδια το σήμερα και ατένιζε το μέλλον! Ξεσηκώθηκε από την Κόρινθο να έρθει στον Κόρφο και να φτιάξει το καλύτερο ξενοδοχείο του Κόρφου σε περίοπτη θέση!
Με έβλεπε καμμιά φορά που ζύμωνα. Δεν μου ζητούσε καρβέλι! Λίγη κουκούα φτιάξε μου μου 'λεγε! Εύχαρις και με καρδιά μικρού παιδιού!
Δεν ήθελε και δεν μπορούσε να είναι από τους πρώτους και τους "πρωτοκλασάτους". Ήταν όμως απαιτητικός και επιλεκτικός. Δεν ήταν "λούμπεν"...
Σύζυγός του η λαμπρή Σοφία. Δεν θα πω τίποτα για αυτήν... Την ευχή της να 'χουμε!
Αν διάβαζα ένα ποίημα στην μνήμη του θα διάβαζα Σεφέρη. Αν τραγούδαγα κι ένα τραγούδι,θα τραγούδαγα τον "Αμάραντο".
Καλή αντάμωση στην Άνω Αληθινή Ζωή θείε Κωνσταντίνε! Εγώ θα φέρω ένα καλό ψητό ψαράκι. Φέρε και εσύ λίγο από το μυρωδάτο κρασί που με Αγάπη έφτιαχνες..
Μας λείπεις
Παναγιώτης Σπηλιώτης
Κόρφος
Παναγιώτης Σπηλιώτης
Κόρφος

Αφήστε ένα σχόλιο