Header Ads

ΜΕ ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΤΗΣ ΓΝΩΜΗΣ (Φ. 1945)

 

  

*Του Ευάγγελου Δ. Κόκκινου, του νεότερου, δημοσιογράφου, γεωπολιτικού αναλυτή


Si vis pacem para bellum

Καθώς η παγκόσμια τάξη βυθίζεται όλο και περισσότερο στον κατακερματισμό και την αστάθεια, η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίζει την προετοιμασία για τον πόλεμο ως μια γραφειοκρατική τυπικότητα. Το παράνομο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, το οποίο αγνοεί κατάφωρα το διεθνές ναυτικό δίκαιο, δεν αποτελεί απλώς διπλωματική προσβολή, αλλά και τακτική κίνηση με στόχο την αλλαγή των στρατηγικών ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε συνδυασμό με την απόφαση του ΝΑΤΟ να αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ και την εντεινόμενη αστάθεια μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, η ισορροπία της περιφερειακής ασφάλειας μοιάζει να πλησιάζει σε σημείο χωρίς επιστροφή. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και να ανταποκριθεί με σοβαρότητα, ταχύτητα και στρατηγική προνοητικότητα.

Προς το παρόν, η Ελλάδα παραμένει επικίνδυνα απροετοίμαστη. Παρά την αύξηση των αμυντικών προμηθειών —όπως τα αεροσκάφη Rafale και οι γαλλικές φρεγάτες— η στρατιωτική της δογματική παραμένει προσανατολισμένη προς την αποτροπή σε καιρό ειρήνης και όχι προς την κινητοποίηση σε καιρό πολέμου. Οι ένοπλες δυνάμεις της είναι παραλυμένες από ξεπερασμένη υλικοτεχνική υποδομή, υποανάπτυκτη αμυντική βιομηχανία και έλλειψη ενοποίησης στους τομείς της αεροπορίας, του ναυτικού, του κυβερνοχώρου και της πληροφορίας. Η στρατολόγηση εξακολουθεί να τροφοδοτεί ένα σύστημα ανθρώπινου δυναμικού σχεδιασμένο για τον Ψυχρό Πόλεμο, όχι για υβριδικό πόλεμο υψηλής έντασης. Και το πιο ανησυχητικό από όλα είναι ότι η πολιτική ηγεσία της χώρας φαίνεται να αντιμετωπίζει την προοπτική ενός πολέμου μεγάλης κλίμακας ως απομακρυσμένη, ακόμη και θεωρητική.

Το Ιράν και το Ισραήλ βρέθηκαν στο χείλος μιας ανοιχτής σύγκρουσης, ενώ τώρα ακροβατούν σε μια εκεχειρία που θυμίζει τεντωμένο σχοινί. Εάν ξεσπάσει ένας τέτοιος πόλεμος, η Ανατολική Μεσόγειος θα μετατραπεί σε έναν διάδρομο υψηλού κινδύνου με στρατιωτικές κινήσεις, ροές προσφύγων, κυβερνοεπιθέσεις και διακοπές στην ενεργειακή τροφοδοσία. Η Ελλάδα, ως χώρα πρώτης γραμμής στο νοτιοανατολικό τμήμα του ΝΑΤΟ, θα βρεθεί στο στόχαστρο, άμεσα ή έμμεσα. Εν τω μεταξύ, η επιθετική στάση της Τουρκίας, από το Αιγαίο έως τη Λιβύη και τη Βόρεια Συρία, ευθυγραμμίζεται όλο και περισσότερο με ρεβιζιονιστικές δυνάμεις όπως η Ρωσία και το Ιράν. Η στρατηγική ασάφεια της Άγκυρας εντός του ΝΑΤΟ δεν πρέπει να παρασύρει την Αθήνα σε εφησυχασμό.

Για να αντιμετωπίσει αυτές τις πραγματικότητες, η Αθήνα πρέπει να προχωρήσει σε τρεις κινήσεις — επειγόντως.

Πρώτον, να αναδιαρθρώσει την αμυντική της οικονομία. Η στρατιωτική ετοιμότητα απαιτεί κάτι περισσότερο από εισαγόμενα συστήματα. Απαιτεί εγχώρια ικανότητα παραγωγής, συντήρησης και προσαρμογής τους. Μια κυρίαρχη αμυντική βιομηχανία πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εθνική προτεραιότητα, όχι ως δευτερεύουσα σκέψη, όπως έχουμε επισημάνει ουκ ολίγες φορές.

 

Δεύτερον, να αναθεωρήσει το στρατηγικό της δόγμα. Στο σύγχρονο περιβάλλον απαιτείται μια ενοποιημένη, υψηλής ετοιμότητας στρατιωτική δύναμη που να μπορεί να ανταποκριθεί ασύμμετρα και προληπτικά σε πολλαπλούς τομείς. Ο κυβερνοπόλεμος, η προστασία των ενεργειακών υποδομών και οι δυνατότητες ταχείας κινητοποίησης δεν είναι προαιρετικές, αλλά απαραίτητες.

Τρίτον, να οικοδομήσει πραγματική κοινωνική ανθεκτικότητα. Η εθνική ασφάλεια δεν είναι μόνο ζήτημα της ανώτερης στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Ολόκληρος ο πληθυσμός πρέπει να είναι ψυχολογικά, τεχνικά και πολιτικά έτοιμος για αναταραχές. Το μοντέλο «ολικής άμυνας» της Φινλανδίας αποτελεί ένα ισχυρό παράδειγμα.

Η χώρα μας δεν προστατεύεται πλέον από τη γεωγραφία της. Σε έναν κόσμο όπου παράνομες συμφωνίες και έμμεσοι πόλεμοι αναδιαμορφώνουν τα σύνορα και τους κανόνες, ο καιρός των ψευδαισθήσεων έχει τελειώσει. Η Ελλάδα πρέπει να δράσει — όχι μόνο ως μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά ως κυρίαρχο έθνος που έχει πολλά να χάσει, εάν η κυβέρνηση συνεχίσει το δρόμο του εφησυχασμού και της παθητικότητος.

Δεν υπάρχουν σχόλια