Header Ads

Η αποπολιτισμοποίηση της κλιματικής αλλαγής…

 

 


 

 

 

Συντάκτης: Ευάγγελος Κόκκινος, Συντακτική Ομάδα 

 

 

Οικονομική κατάρρευση και υποβάθμιση της καθημερινότητας 

Ωστόσο, η κλιματική κρίση έχει ήδη αρχίσει να διαβρώνει αυτή τη σταθερότητα. Η μείωση της αγροτικής παραγωγής, η αποσταθεροποίηση των ενεργειακών αγορών και η καταστροφή κρίσιμων υποδομών έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Αυτές οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται μόνο στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Ακόμη και στις ισχυρές οικονομίες, οι αυξανόμενες ασφαλιστικές απαιτήσεις, η πτώση της αξίας των ακινήτων σε πληγείσες περιοχές και η αύξηση του κόστους διαβίωσης δημιουργούν ένα νέο σκηνικό αβεβαιότητας. 

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τις αστικές περιοχές, προκαλώντας φαινόμενα όπως πλημμύρες και καύσωνες, τα οποία οδηγούν σε κοινωνικές και ψυχικές κρίσεις, υποβαθμίζοντας την ποιότητα ζωής. Οι πόλεις δεν είναι απλώς υποδομές, αλλά οικοσυστήματα ευάλωτα στις κλιματικές αλλαγές. Ο καθηγητής Αειφορίας Glenn Albrecht ανέπτυξε κάποιους όρους για να περιγράψει τη συναισθηματική εμπειρία της ζωής μέσα στην κλιματική αλλαγή: η “solastalgia”, εκφράζει τη νοσταλγία και τη θλίψη που προκαλεί η περιβαλλοντική υποβάθμιση του τόπου κάποιου, ενώ το “tierratrauma” αναφέρεται στον οξύ ψυχικό πόνο από την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, όπως ένα υλοτομημένο δάσος ή ένας ρυπασμένος ποταμός. Το έργο του Albrecht επισημαίνει τη θεμελιώδη σύνδεση μεταξύ ανθρώπου και φύσης, καθώς και τον αντίκτυπο που έχει η καταστροφή του περιβάλλοντος στη ψυχική ευημερία, ιδιαίτερα στις αγροτικές κοινότητες όπου η σχέση αυτή είναι πιο έντονη. 

Οι φυσικές καταστροφές αναμένεται να ενταθούν με την άνοδο της

θερμοκρασίας, επιβαρύνοντας τόσο την ανθρώπινη ζωή όσο και την οικονομία. Οι οικονομικές επιπτώσεις εκδηλώνονται με άμεσο και έμμεσο κόστος. Άμεσα, οι ζημιές σε κατοικίες, υποδομές και καλλιέργειες συνεπάγονται δαπάνες ανοικοδόμησης και μειώσεις στην αξία τους. Έμμεσα, η διακοπή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, οι βλάβες στα δίκτυα μεταφορών (πλημμυρισμένοι δρόμοι, κατεστραμμένες γέφυρες) και η διάρρηξη των αλυσίδων εφοδιασμού επιφέρουν επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Οι μακροοικονομικές συνέπειες, επίσης, περιλαμβάνουν αύξηση του δημόσιου χρέους, αποσταθεροποίηση των χρηματαγορών και μείωση του ΑΕΠ. 

Επιπλέον, έχει επιπτώσεις στις κοινωνικές ανισότητες. Οι φτωχότερες χώρες και οι ευάλωτες περιοχές, όπως η Μεσόγειος, θα υποφέρουν περισσότερο, με το μέσο εισόδημα στις φτωχότερες χώρες να εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 75% έως το 2100 σε σύγκριση με έναν κόσμο χωρίς κλιματική αλλαγή. 

Η κλιματική αλλαγή, εκτός της αποσταθεροποίησης των οικονομιών και των κοινωνικών δομών, έχει σημαντικές και δαπανηρές επιπτώσεις και στην υγεία, επιβαρύνοντας και τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μεταξύ 2030 και 2050, η κλιματική κρίση θα ευθύνεται για 250.000 επιπλέον θανάτους ετησίως από υποσιτισμό, ελονοσία, διάρροια και θερμοπληξία. 

Στη Γερμανία, έρευνα έδειξε ότι η ακραία ζέστη οδηγεί σε αυξημένες νοσηλείες και θανάτους. 

Οι πλημμύρες αποτελούν έναν ακόμη σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, καθώς σχετίζονται με πνιγμούς, υποθερμία, καθώς και με αυξημένη εμφάνιση ψυχικών διαταραχών λόγω του τραύματος που προκαλούν. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το κόστος των ακραίων καιρικών φαινομένων για το NHS εκτιμάται σε 20,8 εκατομμύρια λίρες ετησίως. Παράλληλα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η κλιματική αλλαγή αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης νέων πανδημιών, γεγονός που επιφέρει πρόσθετα κόστη στην υγεία και εντείνει τις οικονομικές αναταράξεις. 

Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι η κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με ένοπλες συγκρούσεις, συμβάλλει στην αύξηση των κρουσμάτων χολέρας παγκοσμίως. Η έλλειψη καθαρού νερού και οι κακές συνθήκες υγιεινής, επιδεινούμενες από ακραία καιρικά φαινόμενα, οδηγούν σε αναζωπύρωση της νόσου. Ήδη το 2025, έξι χώρες - η Μιανμάρ, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν, η Αγκόλα και η Γκάνα - ζήτησαν δόσεις από το παγκόσμιο απόθεμα εμβολίων κατά της χολέρας. Το απόθεμα αυτό, το οποίο προορίζεται να περιέχει 5 εκατομμύρια δόσεις, εξαντλήθηκε κατά περιόδους το 2024 λόγω της αυξημένης ζήτησης, καθώς υπάρχει μόνο ένας βασικός προμηθευτής. Η επανεμφάνιση τέτοιων νόσων ενισχύει τον κίνδυνο νέων επιδημιών και πανδημιών, επιβαρύνοντας περαιτέρω την παγκόσμια οικονομία με δαπάνες για κρίσεις που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί. 

 

 

Η Αντίδραση της Ανθρωπότητας: Προσαρμογή ή Κατάρρευση; 

Δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση για την αντιμετώπιση της κλιματικής

κρίσης. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη, συστημική στρατηγική για την απαλλαγή από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να μετριαστούν τα ακραία κλιματικά φαινόμενα που απειλούν την ανθρώπινη ευημερία, την οικονομική σταθερότητα και το περιβάλλον. Παρότι το ακριβές κόστος της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα παραμένει αβέβαιο και εξαρτάται από τις σημερινές και μελλοντικές αποφάσεις και επενδύσεις, η καθυστέρηση της δράσης θα κλιμακώσει τις δαπάνες και θα εντείνει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους. 

Η επένδυση σε πράσινες τεχνολογίες αποτελεί έναν από τους βασικούς δρόμους προς ένα μέλλον με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Αν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο, περαιτέρω καινοτομίες – όπως οι υπερπυκνωτές νανοτεχνολογίας για ηλεκτρικά οχήματα και οι μικροί αρθρωτοί πυρηνικοί αντιδραστήρες – μπορούν να επιταχύνουν τη μετάβαση. 

Παράλληλα, οι φόροι άνθρακα διασφαλίζουν ότι οι ρυπαίνοντες επιβαρύνονται με το κόστος των εκπομπών τους, ενθαρρύνοντας καθαρότερες μεθόδους παραγωγής. Οι αυξημένοι φόροι στη χρήση ορυκτών καυσίμων, όπως ο υψηλότερος ΦΠΑ στο φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, μπορούν να προωθήσουν τη χρήση φωτοβολταϊκών και γεωθερμικών συστημάτων. Ωστόσο, καθώς το υψηλότερο ενεργειακό κόστος πλήττει δυσανάλογα τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, είναι κρίσιμο τα έσοδα να αναδιανέμονται, ώστε να αντισταθμίζεται το κοινωνικό βάρος. 

Βασικές Στρατηγικές για την Οικοδόμηση Ανθεκτικών Κοινωνιών 

- Επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: Η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα είναι ζωτικής σημασίας για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Εκθέσεις της Greenpeace και του WWF υποστηρίζουν την αύξηση της χρηματοδότησης για την ηλιακή και αιολική ενέργεια. 

- Η ενεργειακή ανεξαρτησία ως εργαλείο κοινωνικής σταθερότητας: Η ιστορία έχει δείξει ότι οι κοινωνίες καταρρέουν συχνά όταν εξαρτώνται από ευάλωτα ενεργειακά και οικονομικά συστήματα. Η μετάβαση σε αποκεντρωμένες ενεργειακές δομές μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε συνδυασμό με περιβαλλοντικά υπεύθυνη διακυβέρνηση, μπορεί να λειτουργήσει ως ανάχωμα στην κοινωνική αποσταθεροποίηση. Ένα ενεργειακά αυτόνομο κράτος έχει μεγαλύτερη δυνατότητα ανθεκτικότητας απέναντι σε οικονομικές και γεωπολιτικές κρίσεις. - Ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων: Η αποκεντρωμένη διακυβέρνηση και η βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων ενισχύουν την ανθεκτικότητα. Μελέτες δείχνουν ότι στρατηγικές προσαρμογής σε τοπικό επίπεδο μειώνουν σημαντικά την κλιματική ευπάθεια. 

- Δίκαια οικονομικά μοντέλα: Η μείωση των ανισοτήτων και η διασφάλιση της πρόσβασης όλων σε βασικούς πόρους μπορεί να αμβλύνει τις κοινωνικές εντάσεις που εντείνονται από τις κλιματικές διαταραχές. - Βιώσιμη διακυβέρνηση: Οι κυβερνήσεις πρέπει να προτεραιοποιήσουν πολιτικές που ενθαρρύνουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζουν την οικονομική σταθερότητα. Η διεθνής συνεργασία και οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι απαραίτητες για την

εφαρμογή αποτελεσματικών σχεδίων δράσης για το κλίμα. - Ενίσχυση των κοινοτήτων και νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης: Η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή δεν σημαίνει μόνο τεχνολογική μετάβαση, αλλά και κοινωνικές αλλαγές. Σε έναν κόσμο που γίνεται πιο ασταθής, οι αποκεντρωμένες, ανθεκτικές κοινότητες θα μπορούσαν να παίξουν κρίσιμο ρόλο. Παραδείγματα οικολογικών κωμοπόλεων (eco villages) και αυτοδιαχειριζόμενων κοινοτήτων σε διάφορες χώρες δείχνουν ότι η συνειδητή αποκέντρωση της παραγωγής τροφής, ενέργειας και πόρων μπορεί να δημιουργήσει βιώσιμα μοντέλα κοινωνικής οργάνωσης, ανθεκτικά σε κλιματικές και οικονομικές κρίσεις. - Παγκόσμια συνεργασία και ανθεκτικά κράτη: Η κλιματική κρίση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μεμονωμένα. Απαιτεί συλλογική διεθνή δράση και ισχυρούς θεσμούς που να στηρίζουν τη μετάβαση. Οι συμφωνίες όπως η Συνθήκη των Παρισίων και οι ετήσιες διασκέψεις του ΟΗΕ για το κλίμα (COP) είναι παραδείγματα παγκόσμιων συνεργειών, αλλά συχνά οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται δεν εφαρμόζονται. Χωρίς ουσιαστική διεθνή συνεργασία, η ανθεκτικότητα των κρατών θα συνεχίσει να φθίνει. 

 

Και τώρα τι; 

Μπορούμε να αποτρέψουμε την αποδόμηση του πολιτισμού μας; Αντί για μια ανεξέλεγκτη πορεία προς την κοινωνική κατάρρευση, όπως είδαμε, υπάρχουν στρατηγικές λύσεις που μπορούν να ενισχύσουν την 

ανθεκτικότητα των κοινωνιών. Οι παραπάνω στρατηγικές λύσεις μπορούν να αναχαιτίσουν τη διαλυτική πορεία. Ωστόσο, η προσαρμογή στην 

κλιματική αλλαγή δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο ως τεχνολογικό ζήτημα. Η πολιτική βούληση, η κοινωνική δικαιοσύνη και η αλλαγή του τρόπου ζωής είναι εξίσου κρίσιμες παράμετροι. 

Το πραγματικό ερώτημα, τελικά, δεν είναι αν η κλιματική κρίση προκαλεί κοινωνική αναταραχή, αλλά πώς μπορούμε να αποτρέψουμε τη διάβρωση του πολιτισμού μας μέσω στοχευμένων πολιτικών, τεχνολογικής 

καινοτομίας και αλλαγής νοοτροπίας. 

Το μέλλον μπορεί να κινηθεί προς δύο κατευθύνσεις: είτε προς μια νέα εποχή προσαρμοστικότητας και αναγέννησης είτε προς μια ατέρμονη διαδικασία αποσταθεροποίησης. Η επιλογή ανήκει σε εμάς. 

 


 

Δεν υπάρχουν σχόλια