Header Ads

Ένα μικρό εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο μήνυμα προς τον υπέροχο άνθρωπο και πατέρα μου Βαγγέλη Κόκκινο! (Φ. 1941)

 

 

Ο Βαγγέλης Κόκκινος, ο Ιδρυτής της Ιστορικής Κορινθιακής Εφημερίδας «Η Φωνή της Κορινθίας», απεδήμησε για το αιώνιο ταξίδι!

 


Πατέρα, με ανάμικτα συναισθήματα λύπης για τον αποχωρισμό, αλλά και χαράς γιατί ταξιδεύεις προς τον Κύριό μας και την αγαπημένη σου σύζυγο Ελένη, τη σύντροφο της ζωής σου και μητέρα μας, το γιό σου Δημήτρη και τόσες αγαπημένες ψυχές, με τις οποίες συνδέθηκες εν ζωή με ακατάλυτους δεσμούς αγάπης, σε αποχαιρετούμε από τον κόσμο της ύλης.

Σου αφιερώνω λίγα καρδιακά λόγια, για να περιγράψω τη ζωή και το έργο σου, κυρίως για όσους δεν σε γνώρισαν βαθιά και θα ήθελαν να ωφεληθούν από το υπόδειγμα της ζωής σου, αλλά και τις «συμπτώσεις» που την χαρακτήρισαν και αποτελούν αποδείξεις του αγγίγματος του Θεού στον κόσμο.

Θα το επιχειρήσω εγώ, που η παρουσία σου αποτέλεσε πηγή έμπνευσής μου από την πρώτη ανάσα της ζωής μου, ως σήμερα και εις τον αιώνα.



Γεννήθηκες στις 25.1.1934, στην Κόρινθο, την πόλη όπου έζησες μια ζωή και αγάπησες βαθιά, από πολύτεκνους Ηπειρώτες γονείς, από την Ιερομνήμη και το Ριάχοβο, το Δημήτρη και την Παρασκευή.

Από την οικογένειά σου έμαθες τη σκληρή εργασία και τον ενάρετο βίο, την ειλικρίνεια, την εντιμότητα, την αλληλεγγύη.

Χτυπήθηκες σε μικρή ηλικία από την πληγή του θανάτου του πατέρα και της αδελφής και αυτό σε έκανε φύση φιλοσοφημένη, καρτερική στις προκλήσεις της ζωής και με μία φυσική προδιάθεση προσφοράς προς καθένα που είχε ανάγκη.

Συνδέθηκες σε αυτή την προσφυγική γειτονιά της Αγίας Άννας στην Κόρινθο, στην οποία ακόμη θυμάμαι μέσα σε μία μακρινή ανάμνηση το μικρό εκκλησάκι της Αγίας Άννας, πριν κτιστεί ο περικαλλής σημερινός ναός, με τον έρωτα της ζωής σου, την Ελένη, από τα παιδικά σας χρόνια.



Παράλληλοι βίοι, καθώς και η μητέρα μας Ελένη Αλεξιάδη και μοιραία σύζυγος σε όλη σας την κοινή εγκόσμια πορεία, είχε κι αυτή χτυπηθεί από τα βάσανα της προσφυγιάς από την πλευρά του Κωνσταντινοπολίτη πατέρα της Κυριάκου και της Αϊβαλιώτισας (από τα Καράμπουρνα) μητέρας της Δέσποινας, την ορφάνια από πατέρα και τις δυσκολίες της πολύτεκνης οικογένειας σε περιόδους ακραίας φτώχειας και ανάγκης.



Η αγάπη σας όμως σύνδεσε τις δύο αυτές ελλείψεις σε ένα τέλειο κύκλο κοινής ζωής, που μας περιέλαβε όλους. Εμάς τα παιδιά σας, το Δημήτρη, εμένα και την Παρασκευή (Εύη), τις νύφες και το γαμπρό σας, τα εγγόνια και τη δισέγγονη, τους πολλούς συγγενείς και φίλους.


Πέρασες από μύρια κύματα στη ζωή σου, αλλά τα χτυπήματα δεν σε έσπασαν. Αντίθετα σε ατσάλωσαν ως προσωπικότητα, μετατρέποντάς σε σε ένα πολυαθλητή, καθώς είχες μέσα σου από νέος την αγάπη προς τον αθλητισμό και το ποδόσφαιρο, ως αθλητής του Αχιλλέα Κορίνθου, μία αγάπη που παρέμεινε ζωντανή ως την αποχώρησή σου από τα εγκόσμια. Ακόμη θυμάμαι τα απογεύματα που περνούσες στο στάδιο της Κορίνθου, όπου πήγαινες ανελλιπώς για να ενισχύσεις την ποδοσφαιρική ομάδα της πόλης μας. Μεγάλος πλέον σε ηλικία, είχες την εναγώνια ανάγκη να μεταφέρεις στους νέους παράγοντες και αθλητές τις εμπειρίες σου και τη σοφία σου μιας ζωής και το έκανες με ευγενικό τρόπο.


Από την Ιερατική Σχολή από την οποία πέρασες, τα Σχολεία της Κορίνθου, ως τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων άντλησες τα εφόδια, που άσκησαν τις ικανότητές σου να γίνεις αυτός που έγινες. Ένας αγωνιζόμενος συνεχώς άνθρωπος, για το καλό, την οικογένεια, την Κόρινθο και την Ελλάδα.

Ως απόφοιτος της ΣΣΕ τάξης του 1957 επέλεξες να εξελιχθείς μέσα από τις Ειδικές Δυνάμεις του Ελληνικού Στρατού, τις Καταδρομές. Έγινες Αλεξιπτωτιστής Στατικού Ιμάντα και Ελεύθερης Πτώσης, Χιονοδρόμος και υπήρξες ένας εξαιρετικός αξιωματικός, τιμηθείς με δύο μετάλλια για την αξία και την προσφορά σου. Όσα διδάχθηκες για την αρετή του Έλληνα Πολεμιστή, τη Φιλοπατρία και τον Ανορθόδοξο Πόλεμο, μας τα δίδαξες κι εμάς και τα εφάρμοσες έμπρακτα στη ζωή σου με συνέπεια.


Όπως πολλές φορές μάς είχες αναφέρει, η υπηρεσία σου στο στρατό δεν ήταν χωρίς προσωπικές θυσίες, καθώς δεν θέλησες να αναγκάσεις την οικογένεια να σε ακολουθεί στις συνεχείς σου μεταθέσεις, ώστε και εμείς ως παιδιά να έχουμε μία σταθερή ζωή και φιλίες στην Κόρινθο. Έτσι αναγκαζόσουν εσύ να ταξιδεύεις κάθε Σαββατοκύριακο, ακόμη και από τη Ρεντίνα της Θεσσαλονίκης, για να βρεθείς με όλους μας στην Κόρινθο, έστω για δύο ημέρες και πάλι πίσω. Αυτός ήσουν, αυτός είσαι και σε αγαπάμε και γι’ αυτό.

Παράλληλα ολοκλήρωσες τις ανώτατες σπουδές σου στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή, αντλώντας εφόδια για το πολιτικό σου μέλλον.

Γρήγορα η ανήσυχη φύση σου σε οδήγησε εκτός στρατεύματος και στην αποστρατεία σου το 1973, σε νεαρή ηλικία, αφού είχες ολοκληρώσει τη συντάξιμη υπηρεσία σου, εξαιτίας της θητείας σου στις Ειδικές Δυνάμεις.

Μετά το στρατό εργάστηκες ως Προσωπάρχης και Διευθυντής Ασφαλείας στα Διυλιστήρια της νεοϊδρυθείσας τότε ΜΟΤΟΡ ΟΪΛ, θέση από την οποία βοήθησες πολλούς συμπολίτες μας να βρουν εργασία, αναπτύσσοντας μία άριστη σχέση με την οικογένεια Βαρδινογιάννη.


Ακόμη ανακαλώ τις ιστορίες σου από την επιστράτευση κατά την περίοδο της εισβολής στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974, δείγμα του αδαμάντινου χαρακτήρα σου. Τότε κατ’ εντολή του Βαρδή Βαρδινογιάννη σου ζητήθηκε να συντάξεις έναν κατάλογο των υπαλλήλων της ΜΟΤΟΡ ΟΪΛ, που ήσαν απολύτως απαραίτητοι για τη λειτουργία της, ώστε να ζητηθεί η εξαίρεσή τους από την επιστράτευση, δεδομένης της εθνική κρίσιμης υποδομής της. Κι εσύ το έπραξες, εξαιρώντας τον εαυτό σου, μια και αυτό που βάρυνε μέσα σου την κρίσιμη αυτή ώρα ήταν το εθνικό καθήκον και η συνείδηση του Έλληνα Αξιωματικού των Ειδικών Δυνάμεων. Στην επιλογή σου αυτή να επανενταχθείς στο στράτευμα για τον εθνικό σκοπό και να μην αδράξεις την ευκαιρία της ασφάλειας, έμεινες σταθερός, παρά τις πιέσεις που δέχθηκες να αλλάξεις την απόφασή σου.

Ανάλογη ήταν και η μετέπειτα επαγγελματική σου πορεία, ανορθόδοξη, δημιουργική και άκρως διδακτική για όλους εμάς, που παρακολουθούσαμε τους προβληματισμούς σου, την προετοιμασία σου, τις επιλογές σου και την οργάνωση υλοποίησής τους.

Μετά τη ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ αναζήτησες εργασία, που να σου παρείχε δημιουργική αυτονομία. Έψαξες, μίλησες με φίλους, έμαθες τις εξελίξεις στο εξωτερικό και τελικά δημιούργησες τη πρώτη στην Κορινθία επιχείρηση διαχείρισης πολυκατοικιών, την ΕΞΠΟΚΟΡ, με τον πρώτο υπολογιστή, που λειτουργούσε με κασέτες, ξετυλίγοντας το ταλέντο σου στην οργάνωση, τη διαχείριση πολύπλοκων ζητημάτων και την ανθρώπινη επικοινωνία.



 

Μέσα από την επαγγελματική επιτυχία δεν αλλοιώθηκες, αλλά εξελίχθηκες. Ποτέ δεν ξέχασες να είσαι αρωγός όσων προσέτρεχαν σε εσένα για κάθε είδους βοήθεια. Κυριολεκτικά εκατοντάδες άνθρωποι βρήκαν εργασία με τη δική σου αρωγή και ανιδιοτελές ενδιαφέρον.

Κάθε εβδομάδα θυμάμαι πόσοι άνθρωποι έρχονταν στο γραφείο σου για βοήθεια, ακόμη και χρηματική και ποτέ δεν έδιωξες κανέναν, χωρίς κάτι να του προσφέρεις.

Και αυτό που δεν ξεχνώ είναι το μάθημα ζωής, που μας προσέφερες, συμβουλεύοντάς μας πάντα να προσφέρουμε και ότι οι θεϊκοί νόμοι πάντα ανταποδίδουν το καλό.

Κυρίως το μέλημά σου ήταν να προσφέρεις στην οικογένειά μας. Πώς η αδελφή σου, ο γαμπρός σου και τα ανήψια σου θα μετακομίσουν στην Κόρινθο από τη Θεσσαλονίκη, για να μπορείς να τους παράσχεις βοήθεια, πώς να βρουν εργασία, να τελειώσουν το πανεπιστήμιο και να ορθοποδήσουν επαγγελματικά. Πώς ο αδελφός σου και η πολύτεκνη οικογένειά του στη Βραζιλία θα έρθουν επίσης στην Κόρινθο για να μπορείς να τους στηρίξεις σε όλες τους τις ανάγκες. Πώς συνέδραμες το θείο μας Στέλιο να ανοίξει το φούρνο του στους Αγίους Θεοδώρους, όπου μικρά παιδιά μας παρακινούσες να πηγαίνουμε να βοηθάμε. Πώς τον βοήθησες να αναλάβει την προμήθεια του τότε 6ου Συντάγματος Πεζικού με σάντουιτς, την προετοιμασία των οποίων κάναμε κάθε ημέρα, στο σπιτάκι της στροφής απέναντι από το σπίτι μας, με πολυπληθές συνεργείο που αποτελούνταν από όλη μας την οικογένεια, αλλά και γείτονες, που βοηθούσαν. Και μετά όταν τα ανήψια σου ήρθαν από τη Βραζιλία, πώς εκδήλωνες το γνήσιο ενδιαφέρον σου για την αποκατάστασή τους και την ευζωία τους, μέχρι τέλους. 


 Το ίδιο ενδιαφέρον και αγάπη προς όλους, προς εμάς τα παιδιά σου, τα εγγόνια σου, για την πορεία τους στη ζωή, τους λοιπούς συγγενείς μας, με τις αμέτρητες συμβουλές σου και τις αφανείς σου ευεργεσίες, που δεν ήθελες να διαλαλείς, αλλά ταπεινά και σιωπηλά προσέφερες ως αντίδωρο της πλούσιας από ευεργεσίες δικής σου ζωής.

Στις 16 Ιανουαρίου 1981 προχώρησες στο επόμενό σου δημιούργημα, εξέδωσες το πρώτο φύλλο της Φωνής της Κορινθίας, που έκτοτε κι επί 45 συναπτά έτη αποτέλεσε κύριο μέσο επικοινωνίας και ενημέρωσης των Κορινθίων όλης της υφηλίου υπογράφοντας ως «Ο Κορίνθιος». Κάθε εβδομάδα, με συνέπεια, με συνεχή μελέτη και γνήσιο ενδιαφέρον Ο ΚΟΡΙΝΘΙΟΣ ενημέρωνε και ανέλυε την επικαιρότητα με τη μοναδική διεισδυτική του γραφή, αποτέλεσμα βαθιάς γνώσης και μεγάλης εμπειρίας. Ανάγκη και συνήθεια που δεν σταμάτησες παρά μόνον όταν δύο μήνες πριν η σωματική ασθένεια, δεν σου επέτρεπε πλέον τέτοια εξαντλητική ενασχόληση στην ηλικία των 92 ετών.

Μας δικαιολογούσες αυτήν την υπερεξάντλησή σου με την πεποίθηση ότι ο Θεός σου παρείχε χρόνο, για να γίνεις καλλίτερος άνθρωπος και να μπορέσεις να προσφέρεις κάτι καλό έστω και σε έναν συνάνθρωπό μας. Έτσι αγόγγυστα εξάντλησες το βιολογικό σου οργανισμό, χάριν του υψηλότερου καθήκοντός σου, ως εσύ μοναδικά το προσέγγιζες και βίωνες.


 Παράλληλα υπήρξες ενεργός πολίτης της Κορίνθου, με συνεχή δημιουργική ανάμιξη στα κοινά και στην πολιτική, μέσα από θέσεις ευθύνης που επιδίωξες, ανέλαβες και εκπλήρωσες με μεγάλη επιτυχία. Αναγνωρίστηκες από πολιτικούς ηγέτες και απέκτησες σημαντικούς φίλους, χωρίς να ανταλλάξεις ποτέ την ψυχή και ακεραιότητά σου με τα υλικά ανταλλάγματα των δυνάμεων της άρνησης, στα οποία ευχερώς θα μπορούσες να έχεις εγκλωβιστεί, αλλά αντιστάθηκες, με όπλα τις δικές σου αρετές. Απέκτησες και αντιπάλους, ακόμη και από όσους θεωρούσες φίλους και συναγωνιστές σου, που άγρια σε πολέμησαν σε εποχές μίας ανόητης κομματικομαχίας. Σε συκοφάντησαν και από φθόνο θέλησαν να σε μειώσουν, δεν το πέτυχαν όμως. Αντίθετα ανέδειξαν τον αδαμάντινο χαρακτήρα σου, αφού κι αυτούς βρήκες τη δύναμη να τους συγχωρήσεις και να ανακτήσεις γέφυρες επικοινωνίας, μετά από χρόνια. Μας εκμυστηρευόσουν ότι η συγχώρηση αυτή σε απάλλαξε από ένα μεγάλο ψυχικό βάρος και σε απελευθέρωσε.


Κι όταν η ζωή σε χτύπησε με την ασθένεια του γιού σου Δημήτρη, του αδελφού μας, σε νεαρή ηλικία, με πόση δύναμη, υπομονή, καρτερικότητα την αντιμετώπισες, προσφέροντας σε όλους κουράγιο, την ελπίδα της ίασης και ένα ανώτερο υπόδειγμα πνευματικότητας. Τα έδωσες όλα με θεραπείες στην Αμερική και όταν μετά από χρόνια εμφανίστηκε πάλι πρόβλημα συνέχισες με θεραπείες στην Αγγλία και στην Ελλάδα, χωρίς ποτέ να σε ακούσω να γογγύζεις.

Αντίθετα σε έβλεπα να διεισδύεις συνεχώς βαθύτερα στα μυστήρια της ζωής, να εκπαιδεύεσαι και να εκπαιδεύεις στην αντιμετώπιση των ασθενειών με μία θετική προσέγγιση, ταυτόχρονα να ευαισθητοποιείσαι, να αναζητάς αλήθειες και απαντήσεις, να ενισχύεις αντί να χάνεις την πίστη σου.

Και όταν ο αναπόφευκτος θάνατος του Δημήτρη μας συγκλόνισε όλους, εσύ στάθηκες βράχος ακλόνητος για όλους μας, για τη μητέρα μας, που βίωσε το μεγαλύτερο μητρικό πόνο και για τη σύζυγό του Χριστίνα και τα εγγόνια σου, μεγιστοποιώντας το ενδιαφέρον σου για να καλύψεις ένα μη αναπληρώσιμο κενό.


 Με την πίστη σου να δυναμώνει συνεχώς και να νοηματοδοτείς πλέον τη ζωή, ως ένα πεδίο εκγύμνασης, προσφοράς και αγάπης, καθώς σε όλα αυτά ασκήθηκες ως καλός αθλητής του Κυρίου.

Αναπαύσου εν ειρήνη πατέρα!

Είμαστε υπερήφανοι που είμαστε μέλη της μεγάλης μας οικογένειας με σένα ως πατριάρχη της.

Να είσαι βέβαιος ότι το υπόδειγμα της ζωής σου έπεσε ως σπόρος σε καλή γη και θα δώσει εκατονταπλάσια γέννα!

Όλοι όσοι ήρθαν σε πραγματική επικοινωνία μαζί σου, αγγίχτηκαν από τη φωτεινή σου ψυχή και βοηθήθηκαν με ποικίλους τρόπους, θα ανταποδώσουν κι αυτοί με τη σειρά τους όσα πρέπει.

Σου υποσχόμαστε κι εμείς να συνεχίσουμε τους βίους μας, ακολουθώντας το πρότυπό σου, έως ότου ξανασμίξουμε συν Θεώ στους Ουράνιους Λειμώνες!

 

Με ένθερμη αγάπη,

ο γιός σου Κυριάκος Κόκκινος

Δεν υπάρχουν σχόλια