Η μαγεία της ετυμολογίας (Φ.1926)
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ
Γράφει ο Χρήστος Βλαχογιάννης*
Μπήκε δριμύτερος ο Κουτσοφλέβαρος! Από την μία ο διασυρμός τού συνεντευξιαζόμενου Πθθθθ μας, αλλά από την άλλη η σεισμική δραστηριότητα γύρω από την ναυαρχίδα τού τουρισμού μας.
Εμα, τώρα, γίνεσαι ή δεν γίνεσαι συνωμοσιολόγος; Οι λογικοί κι αυτοί που πείθονται από τα πανάθλια ελληνικά Μ. Μ. Εξαπάτησης λένε «τυχαίο γεγονός, σύμπτωση». Οι «άλλοι» όμως, αυτοί που αρέσκονται στο να ψάχνουν και πίσω από την κουρτίνα και δεν τα τρώνε όλα αμάσητα, λένε «πού ξέρεις, μπορεί και να μην είναι τυχαία τέτοια σύμπτωση, που όλως …τυχαίως ευνοεί την μετατόπιση του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης».
«Εικασίες εκατέρωθεν», θα μου πείτε! Μπορεί…, μέχρις αποδείξεως.
Ο Φεβρουάριος, που λέτε, ή Φλεβάρης, μπορεί για μας να είναι ο δεύτερος μήνας του ημερολογίου μας αλλά για τους Λατίνους ήταν ο τελευταίος. Κατά την διάρκεια αυτού του μηνός ετελούντο γιορτές, κατά τις οποίες προσέφεραν στους θεούς ζεστό ἁλάτι, «θερμόν ἅλας».
Η ετυμολογία του ανάγεται στο λατινικό febris (=θερμός) αλλ’ αυτό κατάγεται εκ του ελληνικού θιβρός (=θερμός), με εναλλαγή του θ σε φ. Οι Γάλλοι τον είπαν Février, οι Ιταλοί febbraio, οι Ισπανοί Febrero, οι Άγγλοι February, και οι Γερμανοί Februar.
Ο μύθος ή η αλήθεια είναι (βλέπε ΜΜΕ και συνωμοσιολόγοι τής τότε εποχής) πως ο μήνας έχει δύο λιγότερες μέρες, διότι μία τού «έκλεψε» ο Αύγουστος (Αυτοκράτορας) για να μεγαλώσει, να έχει κι αυτός 31, και να μην υπολείπεται του Ιουλίου (Καίσαρος), που προηγείται κι έχει ούτως ή άλλως 31. Την δεύτερη μέρα την «έκλεψε» ο Δεκέμβριος αλλά αυτή τού «επιστρέφεται» κάθε δίσεκτο έτος. Η επιστημονική αλήθεια όμως έχει σχέση με την κίνηση της γης, άρα εκφεύγει του δικού μας θεματολογίου και δεν θα παρατεθεί.
Σχετικώς με τις ειδήσεις, που πολλοί τις τρώνε αμάσητες.
Αμάσητος είναι αυτός που δεν μπορεί να μασηθεί, να φαγωθεί, άρα ο ωμός. Στερητ. α + μάσσω (=τέμνω, κατακόβω, θερίζω, το μασώ της νεοελληνικής). Το μασώ απαιτεί τα σαγόνια να μπορούν να ανοιγοκλείνουν και να τεμαχίζουν την εισερχόμενη τροφή, εντολή, δηλαδή, του εγκεφάλου για την συγκεκριμένη πράξη και ενεργοποίηση προς τούτο τών εργαλείων τού σώματος (σαγόνια, γλώσσα κλπ). Όταν ο εγκέφαλος ευρίσκεται εν υπνώσει, τότε η τροφή ή άλλως το φαγητό καταπίνεται αμάσητο-ωμό, με κίνδυνο να πνιγείς.
Ο ωμός (=άγουρος, άψητος, αχώνευτος, τραχύς, πρόωρα γινωμένος), όπως έχει αναλυθεί σε παλαιότερο άρθρο, ετυμολογείται εκ του ω (=λίαν, πάρα πολύ) + μάσταξ (εκ του μασώ), με α>ο, επειδή ακριβώς χρειάζεται πολύ μάσημα για να το καταφέρεις.
Το φαγητό ή φαγί-φαΐ, στην καθομιλουμένη, αντλεί το θέμα του από τον αόρ. β΄ του εσθίω (έ-φαγ-ον, φάγον, κατά τον Όμηρο), που το γραμματικό του θέμα δεν συναντάται στον ενεστώτα. Όμως ο Όμηρος διασώζει την φράση «φαγέμεν τε πιέμεν» (Οδ. Ο, 378), κάτι σαν το δικό μας «να φάμε και να πιούμε». Αυτό όμως έχει εξήγηση και ετυμολογική αλληλουχία. Εκ της σύνθεσης του πα-τέομαι (=χτυπώ, πατάσσω, τεμαχίζω, ξεσκίζω) + άγ-ω έχουμε το παάγω > πάγω >φάγω (γ>φ), που σημαίνει καταβροχθίζω, καταναλώνω.
Οι Λατίνοι, εντελώς αντίθετα στην σημασία του φάγω-τρώγω, είπαν fames την πείνα, που θεωρείται αγνώστου ετυμολογίας. Αν όμως λάβουμε υπ’ όψιν μας τα ανωτέρω, τότε βρίσκουμε την ρίζα στο ομηρικό φα(γέ)μεν. Οι Γάλλοι την εκφράζουν με την λέξη faim, οι Ιταλοί fame, οι Ισπανοί hambre (εκ του πορτογαλικού fome), οι Άγγλοι και οι Γερμανοί hunger & Hunger αντιστοίχως, οι δύο τελευταίοι εκ του κάγκανος (=κατάξηρος).
Και μην ξεχνάμε πως φηγόν ή φαγόν ονόμαζαν την ιερή βελανιδιά του Διός, με τα εδώδιμα βελανίδια, που αποτελούσαν τους καρπούς, με τους οποίους ετρέφοντο οι πρώτοι άνθρωποι. Ιερά φαγήσια ονομάζονταν επίσης τα ιερά δείπνα, προς τιμήν του Διός.
Νομίζω πως γίνομαι κατανοητός για ποιο λόγο έγινε αυτή η μακροσκελής ανάλυση, με παράγωγα, ρίζες, ξένες γλώσσες, για το αμάσητο του πράγματος!
Και για να μην τρώμε αμάσητη την είδηση από τα «σοβαρά», τα «υπεύθυνα» τα λαλούντα την μόνην …αλήθεια (κυρίως αυτήν) κανάλια, είπαμε να μπορούμε να κυττάμε πίσω από την κουρτίνα τους.
Η κουρτίνα είναι αντιδάνειο από την πορτογαλική (cortina), η οποία έδωσε την λέξη στην αγγλική, ως curtain. Εδώ έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε την λέξη που χρησιμοπιούν οι άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες για να την εκφράσουν. Οι Γάλλοι την λένε rideau (το χρησιμοποιούμε κι εμείς ως αντιδάνειο), εννοώντας το παραπέτασμα, προερχόμενη όμως από το ρήμα rider (=ρυτιδώ και ride η ρυτίδα), που από μόνη της είναι ήδη μια πτυχή, εκ του ρήματος ρύω (=σύρω, τραβώ). Οι Ιταλοί είπαν την ρυτίδα ruga, οι Ισπανοί arruga, οι Άγγλοι ruck και οι Γερμανοί Runzel, όλοι οι τελευταίοι εκ του ράκος (ρακόω=σχίζω, ρυτιδώ).
Ναι, αλλά οι Ιταλοί για την κουρτίνα χρησιμοποιούν την λέξη tenda (=σκηνή, επίσης χρησιμοποιούμενη από μας ως αντιδάνειο), εκ του τείνω, τανύω, τιταίνω (=τεντώνω). Οι Λατίνοι για το τείνω χρησιμοποιούν το tendo και για το κρατώ το teneo. Οι Γάλλοι αντιστοίχως tendre & tenir, οι Ιταλοί tendere & tenere, οι Ισπανοί tender & tener (=έχω), οι Άγγλοι tend & tenement (=το οίκημα) και οι Γερμανοί Tendenz (=σκοπός) & dehnen (=εκτείνω). Η τέντα, τέλος, για τους Γάλλους είναι tente, για τους Ισπανούς tendal και για τους Άγγλους tent.
Όπως όταν, για να βρούμε την αλήθεια για το πώς κινούνται και μιλούν οι φιγούρες τού Καραγκιόζη, έπρεπε να κυττάξουμε πίσω από τον μπερντέ, το παραπέτασμα, την τέντα, την κουρτίνα…
Ο Χρήστος Βλαχογιάννης είναι Καθηγητής Μουσικής & Διευθυντής Χορωδιών. Παρατηρήσεις ή ερωτήσεις σας μπορείτε να στέλνετε στο vlaxojohnmes@gmail.com.
Αφήστε ένα σχόλιο