Header Ads

UNICS - Φώτης Κόντογλου, ὁ μυστικὸς κῆπος τῆς πονεμένης Ῥωμιοσύνης (Φ. 1923)

 

    

 


Από Unics (Δημοσιεύσεις Facebook)

 Κυριάκος Κόκκινος *

 

 Σχολιασμς στ λεγόμενα κα γραπτ το Φώτη Κόντογλου Α

 


«Σ βεβαιώνω πς ασθάνομαι στεναχώρια κα θλίψη ποτε δημοσιευθε τίποτα γι μένα. νέκαθεν πέφευγα τ δοξάρια. Πολ φτην πράγμα. φο επα πολλς φορς ν μ γράψω πι ν μ ξεχάσουν. Τί μορφο πράγμα ν ζες ξεχασμένος!»[1]. Ναί· ξεχασμένος λλ κα χαρούμενος, γιατ πως λς « χαρ ληθιν εναι μία θέρμη τς διάνοιας κα λπίδα τς καρδις πο τς ξιώνονται σοι θέλουνε ν μν τος ξέρουνε ο νθρωποι, γι ν τος ξέρει Θεός»[2].

Θ σ πακούσουμε εγνωμόνως. Θ μς πιτρέψεις μως ν καταθέσουμε ρανίσματα π τ ργο σου κα τν κριτικ ατν, πο σ γνώρισαν. Γι τ δόξα το Χριστο κα μόνον, πο ταν τ κέντρο τς ζως σου κα σ νέδειξε σ μία νευραλγικ γι τν οκουμένη ποχή, ταν ρχιζε κρίση το Νέου λληνισμο, κα σ θεσε «ες κεφαλν γωνίας» τς στορίας το νεοελληνικο πολιτισμο.

ΜΥΣΤΗΡΙΟ:

«Τ κάθε τι ενε τυλιγμένο μέσα σ μυστήριο. Ατ τ μυστήριο θέλουνε ν βγάλουνε ο σημερινο νθρωποι. Μ ξεγυμνώνουνε τν αυτό τους π κάθε βαθ ασθημα. φο κα ο Χριστιανο τς σήμερον θέλουνε ν κάνουνε τν Χριστιανισμ χωρς μυστήρια, δηλαδ χωρς Χριστό. ν δν νοιώθεις μυστήριο σ ,τι βλέπεις, σ ,τι κος, σ ,τι πιάνεις, εσαι στ᾿ λήθεια πεθαμένος νθρωπος. Θυμμαι τν καιρ πο ζοσα πι φυσικ ζωή, πς λα μ κάνανε ν βουτ βαθει μέσα μου κα ν βρίσκω κάποια λλόκοτα πετράδια, κα κάποια μαργαριτάρια μις ξωτικς θάλασσας».

ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ:

«πως τ βλέφαρα γγίζουνε τόνα τ᾿ λλο, τσι κι ο πειρασμο ενε κοντ στος νθρώπους. Κα τ οκονόμησε Θες μ σοφία, γι τ δική σου φέλεια, γι ν χτυπς μ πομον τν πόρτα Του, κα π τν φόβο τν λυπηρν ν Τν θυμται λογισμός σου, κα ν Τν σιμώσεις μ τν προσευχή, κα ν᾿ γιαστε καρδιά σου μ τ ν Τν συλλογίζεσαι. Κα σν τν πικαλεστες θ σ᾿ κούσει, κα θ μάθεις πς Θες ενε Κενος πο θ σ γλυτώσει. Κα θ νοιώσεις Κενον πο σ᾿ πλασε κα πο νοιάζεται γι σένα κα πο σ φυλάγει κα πώπλασε διπλ τν κόσμο γι σένα, τν να σν δάσκαλο κα πρόσκαιρο παιδευτή, τν λλο σν πατρογονικ σπίτι σου κα αώνια κληρονομιά σου. Δν σ᾿ κανε Θες παλλαγμένο π᾿ τ λυπηρά, μήπως θαρρευόμενος στν Θεότητα, κληρονομήσεις ,τι κληρονόμησε κενος, πο πρτα λεγότανε ωσφόρος, κι στερα γίνηκε Σατανς κα πάλι δν σ᾿ κανε λύγιστον κα σάλευτον, γι ν μ γίνεις σν τ᾿ ψυχα τ κτίσματα κα σο δοθονε τ γαθ δίχως κέρδος κα δίχως μισθό, πως στ λογα ενε τ φυσικ χαρίσματα τ χτηνώδικα. Γιατ ενε εκολο σ᾿ λους ν καταλάβουνε πόση φέλεια κα πόση φχαρίστηση κα ταπείνωση κερδίζει νθρωπος περνώντας τοτα τ μπόδια»[3].

ρθοδοξία ταν στάση ζως. Κόντογλου πίστευε. Σ μι ποχ ραγδαίας μεταβολς τν πάντων, γώνας κα γωνία το Κόντογλου εναι ν διαφυλάξει τς ξ ποκαλύψεως λήθειες πο μς κληροδοτήθηκαν ναλλοίωτές με τν ρθοδοξία.

«ρθοδοξία κα Εαγγέλιο εναι να. ποιος γαπ τος νεωτερισμος κα θέλει ν λλάξει ,τι μας παραδόθηκε π τος Πατέρες, ατς δν εναι Χριστιανός, γιατ δν χει ταπείνωση, φο μητέρα τν νεωτερισμν εναι περηφάνεια, πο κάνει τν νθρωπο ν πορεύεται κατ τ θέλημα τ δικό του... Διαβάζετε τ Εαγγέλιο μ ταπειν καρδι κα μν τ φήσετε π τ χέρια σας. Θ γίνετε θα πρόβατα το Χριστο κα θ ξεκουρασθτε στ γιασμένο μαντρί του. Κα ποιος σκύψει κα μπε σ᾿ ατ τ μάντρα π τν πόρτα τς ταπείνωσης, δν θέλει ν βγε πιά»[7].

γραψε κάποιος στν «γγλοελληνικ πιθεώρηση»: «Ατ πο θαυμάζω στν Κόντογλου κα τν παιν, εναι ατ πο πίστευε· δν κατάφερε κανες ν το λλοιώσει ατν τν δέα. ταν μία δέα ποία γεννήθηκε κα πέθανε γνή».

Γι τν αυτό του γράφει διος χαρακτηριστικά: «Χρυσ χέρια κα πολλ χαρίσματα μο δωσε Κύριος. Δν τ μεταχειρίστηκα γι ν ποχτήσω λικ γαθά, μήτε χρήματα, μήτε δόξα, μήτε κανενς εδους καλοπέραση. Τ μεταχειρίστηκα πρς δόξαν το Κυρίου κα τς ρθοδοξίας του. χι μόνο τν αυτό μου παράβλεψα, μ κα τος δικούς μου, τ γυναίκα μου, τ παιδιά μου κα τ γγόνια μου τ δίκησα κατ τ πνεμα το κόσμου. Κανένας νθρωπος δν στάθηκε τόσο νίκανος ν βοηθήσει τος συγγενες του, σο γώ. μουνα προσηλωμένος στ ργο, πο βαλα γι σκοπό μου, κα στν σκληρ γώνα γι τν ρθόδοξη πίστη μας. Γι τοτο τυραννιστήκαμε κα τυραννιόμαστε στ ζωή μας. Φτωχς γώ, φτωχ κα τ παιδιά μας. Βιοπάλη σκληρή, μ μ τν λπίδα το Θεο λα γαληνεύουν, λα τ θλιβερ τ περνομε μ εχαριστία».

«στήρ»), μ τ ποο διδάσκει τν πάντιμη Τέχνη κα τν Τεχνικ τς γιογραφίας».

ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ.

« Ρωμιοσύνη βγκε π τ Βυζάντιο, γι ν πομε καλύτερα, τ Βυζάντιο στ τελευταα του χρόνια στάθηκε δια ωμιοσύνη. κόμα κα τν καιρ το Φωκ φανερώνονται καθαρ τ χαρακτηριστικά της, κα στ χρόνια τν Παλαιολόγων, πο ψυχομαχ τ βασίλειο, ντρειώνεται βασανισμένη ωμιοσύνη, καινούργια λλάδα. Μεγάλωσε μέσα στν γωνία Χριστιανικ λλάδα, γιατ πόνος εναι καινούργια σφραγίδα το Χριστο. ωμιοσύνη εναι πονεμένη λλάδα. ρχαία λλάδα μπορε νά τανε δοξασμένη κι ντρειωμένη, λλ καινούργια, χριστιανική, εναι πι βαθειά, πειδς πόνος εναι να πράγμα πι βαθ κι π τ δόξα κι π τ χαρ κι π κάθε τι. Ο λαο πο ζονε μ πόνο κα μ πίστη τυπώνουνε πι βαθει τν χαραχτήρα τους στν σκληρ βράχο τς ζως, κα σφραγίζουνται μ μι σφραγίδα πο δν σβήνει π τς συμφορς κι π τς βάσταχτες καταδρομές, λλ γίνεται πι σβηστη. Μ μία τέτοια σφραγίδα εναι σφραγισμένη ωμιοσύνη. Τ θνη πο ξαγοράζουνε κάθε ρα τ ζωή τους μ αμα κα μ᾿ γωνία, πλουτίζουνται μ πνευματικς χάρες, πο δν τς γνωρίζουνε ο καλοπερασμένοι λαοί. Ατο πομένουνε φτωχο π πνευματικος θησαυρος κα π νθρωπιά, γιατ καλοπέραση κάνει χοντροειδ τν μέσα νθρωπο».

Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. «Πνευματικν νθρωπο, λέγει κόσμος τν νθρωπο πο ξέρει γράμματα. Μ ληθιν πνευματικς νθρωπος εναι ατς πο χει κάποια διαίτερη ψυχικ εαισθησία κα καθαρότητα, πο δν τν χουνε ο λλοι, κα πο τν κάνει ν ποφέρει κρυφ γι λους κα γι λα, σν νά ναι κενος φταίχτης γι τς δυναμίες τους κα τ στραβ πο γίνονται στν κόσμο. Κα ατ δν τ κάνει σν να χρέος, λλ σν νά ναι νάγκη του, γιατ λλοις δν μπορε ν ζήσει».

Η ΕΚΔΗΜΙΑ ΤΟΥ.

γραφε κα ζωγράφιζε ς τν τελευταία στιγμή, που κατάλαβε πς πρέπει ν τοιμάζεται. Κάλεσε τότε τν γιο γέροντα π. Φιλόθεο Ζερβάκο, κα το ξομολογήθηκε - πως μς τ διασώζει διος π. Φιλόθεος: «Προαισθάνομαι τι θ φύγω σύντομα κα δι᾿ ατ σς κάλεσα, ν ξομολογηθ, ν μο κάνετε Εχέλαιον, ν κοινωνήσω τν χράντων Μυστηρίων, ν λάβω λα τ ναγκαα φόδια δι τ μακρυνν ταξίδιον. λπίζω χι ες τς ρετάς μου, διότι οδν γαθν ποίησα, λλ ες τ πειρον λεος το Θεο κα τν πολλν εσπλαγχνίαν του ν μ σώση…». «πλισμένος μ λα τ φόδια γι τ μεγάλο ταξίδι νοίγει πανι γι τν αωνιότητα Φ. Κ. Κυδωνιεύς, λογοτέχνης κα γιογράφος, στς 13 ουλίου τ 1965. Τς διες στιγμς κατ τν γρυπνίαν τν γίων ποστόλων (παλαι μερολόγιον) στν . Μον Μεταμορφώσεως το Brooklyn τς Νέας όρκης, πως διασώζει γούμενος, κα κατ τν Λιτήν, μι μεγάλη εκόνα τς Παναγίας μας κτινοβόλησε. εκόνα ατ τς δηγήτριας ταν οκογενειακ εκόνα το κυρ-Φώτη κα εχε πιγραφ (Δέησις Φωτίου κα Μαρίας)».

ποιος π τ ρωμα τν λουλουδιν του ναζήτησε κα βρκε τν μυστικ κπο, τν Φώτη Κόντογλου, θ γευθε τ χαρ τς γαλήνης, τς πλότητας κα τς ταπείνωσης. Ο πόνοι του θ νακουφισθον. Σν γράμματος θ διαβάσει τς βυζαντινς γιογραφίες του. Θ γνωρίσει τος σαρκους σκητάδες τς Συρίας κα Μεσοποταμίας κα θ μάθει π᾿ ατς τς γνς ψυχς τν ληθιν θεολογία, τ στάση το νο κα τς καρδις πέναντι στν Κύριο. Κα θ πλημμυρίσει π εγνωμοσύνη πρς τν Θεν «τούτων κα πάντων νεκεν».

 

 

*Κυριάκος Κόκκινος,

Δικηγόρος, Πρόεδρος της

Κίνησης Οργανικότητας ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ, 

Αλεξιπτωτιστής - Ο.Υ.Κ.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια