Header Ads

Απέναντι στον εξοστρακισμό του φυσιολογικού - Μέχρι πού θα φθάσει η λαϊκή ανοχή στις αθλιότητες των –κατά δήλωσή τους– «δημοκρατών» ;…


Γράφει ο Κώστας Τζαναβάρας *

Μια φορά κι έναν καιρό, πριν ακριβώς 25 αιώνες, στην Αθήνα έγινε κάτι ιδιαιτέρως χαρακτηριστικό, το οποίο δεν έχει συσχετισθεί ακόμη με την σημερινή κρίση αξιών και ιδανικών. 
Μία ημέρα, λοιπόν, όπως κάθε χρόνο, μαζεύτηκαν οι Α­θηναίοι πολίτες στην «Εκκλη­σία του Δήμου» για την έναρ­ξη της διαδικασίας του εξο­στρακισμού, που είχε δύο φά­σεις. 
Σε πρώτη φάση, συζητού­νταν –γενικά– γιατί και αν θα έπρεπε να κάνουν εξοστρα­κισμό τη χρονιά εκείνη. Αν θα εξόριζαν δηλαδή κάποιον, με την επίσημη δικαιολογία ότι είχε συσσωρεύσει υπερβολι­κά μεγάλη πολιτική δύναμη. Και, εκείνη τη χρονιά, αποφά­σισαν ότι χρειαζόταν να εξο­στρακισθεί κάποιος. 
Στη συνέχεια, δύο μήνες αργότερα, ξαναμαζεύτηκαν για να ψηφίσουν ποιόν θα ε­ξόριζαν. Δεν υπήρχαν υπο­ψήφιοι, ούτε είχαν απαγγελ­θεί συγκεκριμένες κατηγορί­ες. Ενδεχομένως, είχαν ειπω­θεί υπονοούμενα. 
Στην ψηφοφορία, πολύ α­πλά, ο καθένας έπαιρνε από ένα όστρακο, έγραφε ένα ό­νομα, και το έβαζε στην κάλ­πη. Στη συνέχεια, πρώτα με­τρούσαν τα όστρακα. Αν ή­ταν λιγότερα από έξι χιλιά­δες, η διαδικασία του εξο­στρακισμού σταματούσε. Έ­πειτα, μετρούσαν τις ψήφους και, ο άνδρας που γράφτηκε από περισσότερους, εξοριζό­ταν για δέκα χρόνια. 
Κάπως έτσι, το 482 π.Χ., ε­ξορίσθηκε ο Αριστείδης του Λυσιμάχου. Και ο Πλούταρ­χος διέσωσε το εξής απίστευ­το: κάποιος αγράμματος έδω­σε το όστρακό του στον Αρι­στείδη και του ζήτησε –χωρίς να τον ξέρει– να γράψει το ό­νομα «Αριστείδης» σε αυτό. Ε­κείνος απόρησε και ακολού­θησε ο εξής διάλογος: 
Τι κακό σου έχει κάνει ο Α­ριστείδης; 
Κανένα. Δεν τον ξέρω, αλ­λά βαρέθηκα να ακούω να τον αποκαλούν παντού δίκαιο. 
Ο Αριστείδης έγραψε σιω­πηλός το όνομά του στο ό­στρακο και το έδωσε πίσω. 
Οι σύγχρονες αναφορές στο γεγονός, εστιάζουν στο ότι επρόκειτο για αγράμματο πολίτη. Κάπως έτσι, αποφεύ­γουν να μας πληροφορήσουν για τους λόγους που οι εγ­γράμματοι πολίτες υποχρέω­σαν έναν «Αριστείδη» να εγκα­ταλείψει άκων το σπίτι του. 
Με αυτή τη διαδικασία, α­ναφέρεται ότι εξορίσθηκαν –στα κάπου 70 χρόνια ζωής του θεσμού– άλλοι 12 Αθη­ναίοι. Μεταξύ αυτών, το 471 π.Χ., 9 χρόνια μετά την νίκη στη Σαλαμίνα, εξορίσθηκε ο στρατηγός της Θεμιστοκλής. 
Περιέργως, όλη αυτή η α­θλιότητα δεν έχει στιγματι­σθεί. Δεν έχει επισημανθεί καν η κατάφωρη καταπάτη­ση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εκτός αν δεν αποτελεί κατά­φωρη καταπάτηση ανθρωπί­νων δικαιωμάτων μία ποινή ε­ξορίας, και μάλιστα 10ετούς, χωρίς απαγγελία κατηγορίας και χωρίς απολογία. 
Αντιθέτως, το αίσχος απο­σιωπάται, ή παρουσιάζεται ουδέτερα. Ίσως, ακόμη, κά­ποιοι φωστήρες νομίζουν και ότι στα επιτεύγματα της αρ­χαίας Αθήνας συνέβαλε ση­μαντικά και ο θεσμός του εξο­στρακισμού. Εξ ου και μάλλον θα καλόβλεπαν, αν ήταν εφι­κτό, κάτι ανάλογο στην προ­ωθούμενη συνταγματική ανα­θεώρηση. 
Φυσικά, είναι στην κρίση κάθε σκεπτομένου πολίτη, το εάν όλα αυτά έχουν σχέση με την σημερινή κρίση αξιών και ιδανικών. Αλλά, για να σκε­φθεί κανείς σωστά, χρειάζεται να δει την ιστορική συνέχει­α και αλληλουχία. Χρειάζεται αναντίρρητα να δει τις αλυσι­δωτές συνέπειες κάποιων επι­λογών. Όχι μόνον τις άμεσες. 
Πώς να επιβιώσει, όμως, η αξία της Δικαιοσύνης, ό­ταν παραμένει εξοστρακιστέ­ος κάθε «Αριστείδης»; Πώς να υπάρξουν πραγματικοί ηγέ­τες, με στρατηγική σκέψη, ό­ταν παραμένει εξοστρακιστέ­ος κάθε «Θεμιστοκλής»; 
Ο θεσμός, βεβαίως, έχει καταργηθεί. Αλλά η ιδέα του εξοστρακισμού, με άλλα μέ­σα, παραμένει στο εθνικό μας υποσυνείδητο. Η ιδέα του ε­ξοστρακισμού των αρίστων, μαζί και του σωστού, ζει και βασιλεύει στη χώρα μας. Ό­χι μόνον από αυτούς που ιδε­ολογικά μηδενίζουν τις προ­σωπικές αξίες, αλλά και από όσους κατ’ ουσίαν επιθυμούν αριστεία χωρίς αρίστους. 
Αν επιμείνουμε στην Ιστο­ρία, και μάλιστα κόντρα στην κρατούσα επιλεκτική ανά­γνωσή της, η Αθηναϊκή Δημο­κρατία πλήρωσε βαρύτατα μί­α σχετική επιλογή της. 
Πρόκειται για μία κρίσιμη λεπτομέρεια, σχετική με την τελική ήττα στον Πελοποννη­σιακό Πόλεμο. 
Βάρυνε πράγματι ο λοιμός, αλλά και η Αθήνα ήταν η μό­νη πόλη που δεν είχε Ιατρική Σχολή. Ο γενικός «δημοκρατι­κός» φθόνος στους αρίστους, απαραίτητος για τον απαιτού­μενο σεβασμό σε αρχίατρο σχολής, στέρησε –όπως απο­δεικνύεται– την σοφή πρόλη­ψη, την έγκαιρη λήψη μέτρων αλλά και την αποτελεσματική θεραπεία. 
Ευρύτερα, η Αθήνα πλή­ρωσε την αυθάδεια των κα­κώς εννοουμένων δημοκρα­τών. Και ελάχιστοι θα αποδέ­χονταν την άποψη ότι η Δη­μοκρατία είναι ένα εξαιρετι­κό πολίτευμα, εφόσον υπάρ­χει ένας Περικλής. 
Στις μέρες μας, πληρώνου­με βαριά αυτή τη νοοτροπία. Μοιραία, όχι μόνον μας βρή­κε η κρίση, αλλά μας βρή­κε και με επί κεφαλής πολιτι­κούς καταφανώς κατωτέρους των περιστάσεων. Είναι ασύλ­ληπτης ανεπάρκειας η στάση του πολιτικού κόσμου απένα­ντι στην κοινωνική και οικονο­μική κρίση. Και είναι ασύλλη­πτης κακοήθειας η προπαγάν­δα που χρησιμοποιούν. 
Είναι χαρακτηριστικό αυ­τό που έκαναν, σε πλήρη σύ­μπνοια μάλιστα, με ένα συ­νταρακτικό νέο στοιχείο για τον απολογισμό της κρίσης χρέους. Η διεστραμμένη τους αντίληψη για την ενημέρωση, φθάνει στο να αποσιωπούν την επίσημη Έκθεση του Α­νεξάρτητου Γραφείου Αξιο­λόγησης του ΔΝΤ. Μας «στέ­ρησαν» ακόμη και την κριτική τους στις σκληρές αλήθειες τεχνοκρατών. 
Η συμπαιγνία τους, πίσω από τους στημένους καβγά­δες, αποκαλύπτεται. Παρα­μένει, όμως, θέμα χρόνου να φανεί μέχρι πού θα φθάσει η λαϊκή ανοχή στις αθλιότητες των –κατά δήλωσή τους– δη­μοκρατών. 

25 Νοεμβρίου 2018 

* Ο κ. Κώστας Τζαναβά­ρας Α.Τ.Μ. – Ε.Μ.Π., σύμ­βουλος μηχανικός και μελε­τητής δημοσίων έργων, πά­ροχος γενικών τεχνικών και επιστημονικών συμβουλών, ktzanavaras@otenet.gr. 

Δεν υπάρχουν σχόλια